top of page
  • Εικόνα συγγραφέα.

Παντουρκισμός

Έγινε ενημέρωση: 12 Μαΐ 2020

Φεβρουάριος 2002

Του Ησαΐα Κωνσταντινίδη


ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΝΤΟΥΡΚΙΣΜΟΣ


Εκείνο που πρέπει να αποσαφηνίζεται απ’ την αρχή σε μια ανάλυση του συστήματος του παντουρκισμού είναι αυτή καθ’ αυτή η ιδεολογική του υπόσταση σε συσχετισμό με τις άλλες κυρίαρχες θεωρήσεις που αναπτύχθηκαν σε κύκλους διανοούμενων της Τουρκίας. Στην περίπτωση που απουσιάζει αυτός ο προσδιορισμός, ο οποίος ξεκαθαρίζει τελείως τη θέση του παντουρκισμού αναφορικά με τις άλλες εθνικιστικές ή θρησκευτικές τουρκογενείς θεωρίες η μελέτη του θέματος ξεκινάει με λάθος κριτήρια και ως εκ τούτου δεν προσλαμβάνει το χαρακτήρα επαρκούς ερευνητικού συστήματος. Όντως αν δεν προβούμε σε μια τόσο αναγκαία διευκρίνηση, τότε είναι αδύνατο να εξετάσουμε μια οποιαδήποτε θεώρηση, εφόσον αναπόφευκτα θα φτάσουμε σε σύγχυση που θα προέρχεται από την άγνοια των διαφοροποιήσεών της με τις άλλες συγγενικές ή παρεμφερείς θεωρίες. Ειδικά στην περίπτωση του παντουρκισμού παρατηρείται μια τέτοια ασάφεια, που κάνει απαραίτητη την εξαρχής επεξήγηση του όρου που χρησιμοποιούμε στο παρόν κείμενο. Η αναγκαιότητα λοιπόν της επί τω προκειμένω διευκρίνησης είναι εμφανής.

Στην ανάλυση αυτή προτιμάται η χρήση του όρου «παντουρκισμός», σε αντιδιαστολή με τον έτερο όρο «παντουρανισμός», που έχει οδηγήσει κατά καιρούς πολλούς ερευνητές σε αδιέξοδο και λάθος συμπεράσματα, εφόσον είναι σαφές πως, παρόλα τα κοινά θέλγητρά τους, υφίσταται διαφοροποίηση μεταξύ των δύο θεωριών. Δεν ταυτίζεται λοιπόν ο παντουρκισμός με τον παντουρανισμό (και παρακάτω θα εξηγήσουμε το γιατί), όπως πιστεύεται, αλλά αποτελεί ξεχωριστό ιδεολογικό ρεύμα.

Προτιμούμε λοιπόν τον όρο «παντουρκισμός» και όχι «παντουρανισμός» για τους εξής βαρυσήμαντους λόγους:

1. Ο όρος «παντουρκισμός» αποτελεί μια πιο σαφή και οριοθετημένη έννοια, αφού σχετίζεται αμεσότατα με την ίδια την Τουρκία ως συγκεκριμένο κράτος και έθνος, ενώ αντίθετα ο όρος «παντουρανισμός» αφορά αποκλειστικά το Τουράν, που είναι μια πολύ αφηρημένη και μη ξεκαθαρισμένη έννοια και πάντως δεν έχει αντίκτυπο στα δεδομένα της σύγχρονης γεωπολιτικής. Απ’ τη στιγμή που καταγινόμαστε με γεωπολιτική πρώτιστα μελέτη και όχι με καθαρά ιστορική, λογοτεχνική ή πολιτισμική, τότε για εμάς ο παντουρανισμός δεν μπορεί να έχει καμμία επιστημονική αξία, αφού όπως ήδη δείξαμε ως γεωπολιτικός όρος δε σημαίνει απολύτως τίποτα· απ’ την άλλη, ο παντουρκισμός έχει ιδιαίτερο γεωπολιτικό βάρος και αφορά δεδομένες, «χειροπιαστές» και αληθινές, καταστάσεις. Ο παντουρκισμός, και όχι ο παντουρανισμός, είναι που –ως βασικό ιδεολογικό στίγμα του τουρκικού εθνικισμού- δημιούργησε τους δυνατούς εθνικιστικούς και πατριωτικούς κύκλους της Τουρκίας, από το κίνημα των Νεότουρκων μέχρι και την οργάνωση δράσης των Γκρίζων Λύκων.

2. Ο παντουρκισμός ως φιλοσοφικό και πολιτικό κίνημα έπαιξε και συνεχίζει να παίζει άμεσο και ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, αλλά και στις εσωτερικές της υποθέσεις (ως επίδραση στις εξελίξεις του πολιτικού σκηνικού της χώρας), ενώ ο παντουρανισμός είναι πάντοτε θολή και αυθαίρετη έννοια στο πολιτικό επίπεδο (δε μιλάμε για την αξία του σε άλλους επιστημονικούς τομείς, όπου η σημασία του είναι μεγάλη και δεδομένη, π.χ. όσον αφορά τη μελέτη περί της καταγωγής της ευρείας τουρκικής φυλής). Πραγματικά, δε θα βρούμε καμμία σοβαρή τουρκική πηγή μελετών και πληροφοριών, η οποία να λαμβάνει κατά νου στη σχηματοποίηση των απόψεών της την αοριστία ενός παντουρανισμού, αγνοώντας την απλή αλήθεια, ότι αποκλειστικά και μόνο το παντουρκικό ιδεώδες είναι εκείνο το στοιχείο που ως έκφραση του τουρκικού εθνικισμού λαμβάνεται υπόψη από όσους ασχολούνται με τη δημιουργία της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής· αυτοί οι συγκεκριμένοι τουρκικοί κυβερνητικοί κύκλοι αγνοούν παντελώς τον παντουρανισμό από τους σχεδιασμούς και την χάραξη της πολιτικής τους, εφόσον γι’ αυτούς είναι αυτονόητο ότι μόνο ο παντουρκισμός υπάρχει ως πολιτική ιδεολογία που να μπορεί να έχει ικανοποιητικό γεωστρατηγικό αντίκτυπο.

3. Ο παντουρκισμός ως ευρύτερη (όχι μόνο πολιτική) έννοια στην ουσία αποτελεί προέκταση και αποκορύφωση της αυθεντικής έννοιας του τουρκισμού, που αφορά πολύ πιο άμεσα τον Τούρκο ως σημερινό κρατικό και εθνικό ορόσημο απ’ ό,τι μια γενική «τουρανική» ιδεολογία. Πράγματι ο παντουρκισμός δομικά κινείται γύρω από τα κοινά τουρκικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα με παρόν βέβαια το στοιχείο της εθνικιστικής υπερβολής (που θέλει τον Τούρκο κορωνίδα του ανθρώπινου γένους) και στηρίζεται πάνω σε θέματα όπως η ψυχοσύνθεση ή η νοοτροπία των Τούρκων ως λαού στο επίπεδο της καθημερινότητας. Τα πορίσματα των μελετών του τουρκισμού, ο παντουρκισμός ως ιδεολογία τα προσλαμβάνει και δημιουργεί έτσι μία ξεκάθαρη πολιτική θέση, που μπορεί άνετα να στηρίζεται τόσο σε επιστημονικές, όσο και σε μεταφυσικές βάσεις. Γίνεται έτσι ο παντουρκισμός η ουσιαστική «εμπροσθοφυλακή» της πρωτογενούς ιδέας του τουρκισμού, όντας στην πραγματικότητα το επίκεντρό του. Άκρως αντίθετα είναι τα στοιχεία της θεωρίας του παντουρανισμού, που εφόσον δεν αφορούν τον καθημερινό Τούρκο και τη σημερινή τουρκική πραγματικότητα, αλλά μια μυθική φαντασίωση και ποιητική «οπτασία», αποτελούν μόνο μια περιφερειακή παράμετρο του τουρκισμού, με αναφορές στην τουρκική μυθολογία και προϊστορία. Ως εκ τούτου ο παντουρανισμός αδυνατεί να αποτελέσει στοιχείο που να μπορεί να έχει σημασία σε μια γεωπολιτική έρευνα, καθώς δεν σχετίζεται καθόλου με το σύγχρονο τουρκικό περιβάλλον. Εξάλλου στη γεωπολιτική ενεργό ρόλο παίζει μόνο αυτό που έχει αντανάκλαση στο σήμερα και ο παντουρανισμός δεν εντάσσεται σ’ αυτήν την κατηγορία.

4. Ως πανεθνική ιδεολογία και πυρήνας του τουρκικού εθνικισμού, ο παντουρκισμός έχει ήδη καταλάβει ιστορικά την ανάλογη βαρύνουσα θέση δίπλα στους άλλους παν-ισμούς, που προέκυψαν στη διάρκεια των αιώνων και ειδικά στο 19ο και 20ό αιώνα. Τέτοιες πανεθνικές ιδεολογίες είναι π.χ. ο πανσλαβισμός (ένωση όλων των σλαβικών λαών σε μια αυτοκρατορία, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη) και ο παγγερμανισμός (κοινό υπερκράτος όλων των γερμανογενών εθνών, που να κυριαρχεί στην Ευρώπη), αλλά και τέτοιες που γεννήθηκαν σε μικρότερους λαούς, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον πανελληνισμό, που ανέπτυξε τη θεωρία της Μεγάλης Ιδέας. Στο σύνολο των πολιτικών αυτών παν-ισμών δεν υπάρχει θέση για τον παντουρανισμό, εξαιτίας μιας σειράς χαρακτηριστικών που καθιστούν αδύνατο κάτι τέτοιο (ασάφεια του χαρακτήρα του, μη πρόσδεσή του στα εθνικιστικά όνειρα κάποιου έθνους, έλλειψη πολιτικής υπόστασης κτλ.). Απεναντίας ο παντουρκισμός έχει θέση εν μέσω των πανεθνικών ιδεολογιών του πλανήτη, εφόσον πληροί όλες απολύτως τις προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο: προωθεί την ένωση όλων των Τούρκων υπό μία κοινή κρατική στέγη, αναγνωρίζει την πρωτοπορία ενός επί μέρους τουρκικού λαού, αυτού της Τουρκίας (όπως ο πανσλαβισμός αναγνωρίζει την πρωτοκαθεδρία της Ρωσίας και ο παγγερμανισμός της Γερμανίας) και συγκροτεί ένα πλήρες γεωπολιτικό σύστημα, με ξεκάθαρη συνείδηση του ρόλου του στον κόσμο και σαφή θέση απέναντι στους γειτονικούς του λαούς.

Για όλους τους παραπάνω ευνόητους λόγους προτιμούμε να χρησιμοποιούμε στην ορολογία μας τη λέξη «παντουρκισμός» και όχι «παντουρανισμός», αφού, αντίθετα με ό,τι πιστεύεται σε πολλές μελέτες οι δύο αυτοί όροι, όση σχέση και να έχουν μεταξύ τους, ούτε ταυτίζονται ούτε και αλληλοκαλύπτονται. Ο παντουρανισμός είναι εντέλει μία πλάγια ερμηνεία του παντουρκισμού και πολλές φορές φτάνει στο σημείο ακόμη και να τον διαστρεβλώνει. Μία στοιχειώδης μελέτη της σχετικής τουρκικής βιβλιογραφίας, και όχι αποσπασματικών μεταφράσεων σε άλλες γλώσσες, πείθει για την ορθότητα του συλλογισμού μας.


ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΟΥ ΖΙΓΙΑ ΓΚΙΟΚΑΛΠ


Ο κορυφαίος θεωρητικός του παντουρκισμού και του σύγχρονου τουρκικού εθνικισμού είναι ο ποιητής και διανοούμενος Ζιγιά Γκιόκαλπ (1876-1924), η εργογραφία του οποίου επηρεάζει μέχρι και σήμερα τον τουρκικό ρομαντισμό και πατριωτισμό. Συνέγραψε αρκετά έργα, το κυριότερο των οποίων είναι το βιβλίο που έγινε πραγματικό μανιφέστο της παντουρκιστικής ιδεολογίας, υπό τον χαρακτηριστικό τίτλο «Οι βάσεις του τουρκισμού» (πρωτοεκδόθηκε το 1923). Ως «τουρκισμό» ο μεγάλος Τούρκος συγγραφέας εννοεί την ουσία του παντουρκισμού, τον βασικό δηλ. φιλοσοφικό-ιδεολογικό ιστό της πολιτικής παντουρκιστικής θεωρίας. Στις «Βάσεις του τουρκισμού» ο Γκιόκαλπ πράγματι λαμβάνει σαφή θέση σε ό,τι αφορά όλα τα θεμελιώδη ζητήματα που θα μπορούσαν να απασχολήσουν την τουρκική εθνική βιοθεώρηση, καταδεικνύοντας εντελώς την αληθινή φύση αυτού που ο ίδιος αποκαλεί «τουρκισμό». Επομένως σε μια σοβαρή μελέτη του παντουρκισμού το βιβλίο αυτό θα πρέπει όχι απλά να μελετάται εις βάθος, αλλά και να αποτελεί υποχρεωτικά το κεντρικό σημείο αναφοράς. Στο παρόν κείμενό μας χρησιμοποιούμε την εξής τουρκική έκδοση, που να σημειώσουμε ότι διατηρεί όλες τις γλωσσικές ιδιορρυθμίες του συγγραφέα με ορολογία από την εποχή εκείνη (κάτι σαν στοιχεία τουρκικής «καθαρεύουσας»): Ziya Gökalp, «Türkçülüğün esasları», εκδ. «İnkılâp», İstanbul, 2001.

Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι το σύστημα του Γκιόκαλπ για τον τουρκικό εθνικισμό δεν στηρίζεται καθόλου πάνω στο φυλετικό στοιχείο, όπως έκαναν παρόμοιες θεωρίες του πρώτου μισού του 20ού αιώνα, αλλά αντίθετα το απορρίπτει. Ο εθνικισμός του Γκιόκαλπ είναι ένας εθνικισμός που στηρίζεται πάνω απ’ όλα στην κοινή συνείδηση, κουλτούρα και πολιτισμό. Ο θεωρητικός του παντουρκισμού πιστεύει στην ύπαρξη του μυθικού Τουράν, της κοιτίδας όλων των τουρκογενών λαών, και πάνω σ’ αυτήν την πεποίθηση βασίζει τον κοινό ιστό που ενώνει όλους τους Τούρκους του πλανήτη: αυτός ο ιστός δεν είναι η κοινή καταγωγή απ’ την αρχέγονη πατρίδα Τουράν, αλλά η πίστη στην αληθινή ύπαρξη του Τουράν και στην προοπτική επαναδημιουργίας του στο μέλλον. Τούρκος λοιπόν είναι αυτός που σκέπτεται τουρκικά κι όχι αυτός που έχει τουρκική καταγωγή (πράγμα που άλλωστε δύσκολα τεκμηριώνεται και πάντοτε μπορεί να αμφισβητηθεί). Ο ίδιος ο Γκιόκαλπ γεννήθηκε Κούρδος και όμως κατάντησε ο μεγαλύτερος πρεσβευτής της τουρκικής ιδέας.

Δεν είναι λοιπόν η φυλή αυτό που διαμορφώνει ένα έθνος· εξάλλου ο Γκιόκαλπ πιστεύει ακράδαντα ότι έθνη χωρίς προσμείξεις πλέον δεν υφίστανται. Ούτε όμως και την άποψη που θέλει το έθνος να ταυτίζεται με τη γη, οριοθετώντας έτσι το λαό που ζει μέσα στα στενά πλαίσια ενός κράτους, δέχεται ο συγγραφέας. Απορρίπτει έτσι την θέση των λεγόμενων «οθωμανιστών», οι οποίοι ισχυρίζονται ότι όλα τα έθνη που διαβιώνουν μέσα στα όρια της οθωμανικής αυτοκρατορίας αποτελούν εν τέλει ένα ξεχωριστό «οθωμανικό» έθνος. Ο Γκιόκαλπ έχει τη γνώμη πως, εφόσον η οθωμανική αυτοκρατορία περιλαμβάνει εθνότητες με διαφορετική μεταξύ τους κουλτούρα, ήθη, έθιμα και νοοτροπία, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ύπαρξη ενός και μόνο έθνους· η ποικιλία αυτή των διαφόρων τύπων κουλτούρας δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο.

Απ’ την άλλη ο συγγραφέας δεν δέχεται και την άποψη των περίφημων «πανισλαμιστών», που μιλάνε για την ύπαρξη «μουσουλμανικού» έθνους, που να βασίζεται εξολοκλήρου πάνω στο θρησκευτικό πιστεύω, ανεξαρτήτως καταγωγής ή κουλτούρας και να περιλαμβάνει όλους τους μουσουλμάνους του κόσμου. Ο Γκιόκαλπ θεωρεί πως το ισλάμ είναι όχι βέβαια έθνος, αλλά θρησκευτική κοινότητα, η οποία δεν παίζει ρόλο στην διαμόρφωση αυτοτελούς και αυτοδύναμου έθνους. Δέχεται πάντως πως η θρησκεία είναι κι αυτή ένα χαρακτηριστικό της γενικής κουλτούρας του ανθρώπου και έτσι συνδέεται μ’ αυτήν με έναν άλλο όμως τρόπο: όπως και η κουλτούρα, έτσι και η θρησκεία αποκτούνται μέσω της παιδείας. Απ’ τη στιγμή λοιπόν που ένα έθνος έχει δεδομένη κουλτούρα και ενιαίο πολιτισμό, η θρησκεία είναι ένα μόνο μέρος αυτού του πολιτισμού.

Φτάνουμε έτσι στον πυρήνα της θεωρίας του Γκιόκαλπ για το έθνος. Σύμφωνα με τον συγγραφέα «το έθνος δεν είναι φυλετική, εθνική, γεωγραφική, πολιτική ή θεληματική ένωση· είναι ομάδα ατόμων που διαθέτουν κοινή γλώσσα, θρησκεία, ηθική κι αισθητική». Άρα το έθνος βασίζεται στο κοινό αίσθημα αυτών που το αποτελούν. Και ο Γκιόκαλπ το γράφει ξεκάθαρα: «Αυτός που πιστεύει ότι είναι Τούρκος, είναι Τούρκος».

Όπως φαίνεται και από την ανάγνωση των «Βάσεων του τουρκισμού», ο συγγραφέας κάνει σαφέστατη διαφοροποίηση ανάμεσα στον τουρκισμό (δηλ. τον παντουρκισμό) και τον τουρανισμό (παντουρανισμό). Κατ’ αρχάς να διευκρινήσουμε ότι γι’ αυτόν η έννοια «παντουρκισμός» («pan-türkizm») είναι νεωτερική και ξενόφερτη, αφού η τουρκική «türkçülük» («τουρκισμός») είναι υπεραρκετή για να γίνει κατανοητή η εθνική ιδεολογία του τουρκικού λαού. Απ’ την άλλη αντιπαραθέτει τους όρους «pan-turanizm», δηλ. «παντουρανισμός» (νεωτερική) και «turancılık», δηλ. «τουρανισμός» (καθαρά τουρκική). Εμείς στη μελέτη μας λαμβάνουμε τον «τουρκισμό» ως το επίκεντρο της παντουρκιστικής πολιτικής, με την έννοια ότι αποτελεί το θεμέλιο αυτού που αργότερα έγινε γνωστό ως παντουρκικό ιδεώδες (αυτή είναι ουσιαστικά και η θέση του Γκιοκάλπ). Η διαφορά λοιπόν μεταξύ τουρκισμού και τουρανισμού συνίσταται στο ότι ο δεύτερος αποτελεί μια προέκταση του πρώτου, καλύπτοντας έθνη που είναι μεν «τουρκογενή», όχι όμως και «τουρκικά» με τη στενή έννοια (αυτά τα τελευταία εντάσσονται στον τουρκισμό)· έτσι τουρκικά είναι όχι μόνο το έθνος που κατοικεί στην Anadolu (Μικρά Ασία), αλλά και το τουρκμενικό ή το αζερικό, ενώ τουρανικά το μογγολικό, το ουγγρικό και το φινλανδικό.

Στο μνημειώδες έργο του ο Γκιόκαλπ θέτει τρία στάδια ολοκλήρωσης της ένωσης όλων των Τούρκων και της ίδρυσης μεγάλης τουρκικής αυτοκρατορίας-παγκόσμιας υπερδύναμης· αυτά είναι τα εξής και όλα μαζί οικοδομούν τον τουρκισμό ή παντουρκισμό (η μετάφραση των όρων είναι δική μας): 1. türkiyecilik (τουρκιανισμός), 2. oğuzculuk (ογουζισμός) ή tükmencilik (τουκμενισμός) και 3. turancılık (τουρανισμός). Ο τουρκιανισμός πρεσβεύει την πρώτη φάση ολοκλήρωσης του τουρκικού ονείρου, δηλ. την δημιουργία πρωταρχικά ενός δυνατού κράτους και έθνους που να επεκτείνεται από το Αιγαίο έως τον Καύκασο. Ο ογουζισμός (που παίρνει την ονομασία του από τον χάνη Ογούζ, ο οποίος θεωρείται ότι ήταν επικεφαλής όλων των εθνοτήτων που συγκροτούν αυτό το δεύτερο στάδιο) ως η επόμενη φάση ολοκλήρωσης του τουρκισμού σχετίζεται με την ένωση της ισχυρής Τουρκίας με τους Ογούζους Τούρκους, δηλ. αυτούς του Αζερμπαϊτζάν, του Τουρκμενιστάν και τους Τουρκομάνους του Ιράν. Ο τουρκισμός θα τελειωθεί και θα φτάσει στην πλήρη του υλοποίηση με την επίτευξη και του τρίτου σταδίου, του τουρανισμού, που αποτελεί την ένωση όλων των προηγούμενων τουρκικών λαών με τους υπόλοιπους τουρκογενείς και τουρκόφωνους, όπως π.χ. οι Τάταροι της Ρωσίας ή οι Ουζμπέκοι.

Μετά την τουρκική ολοκλήρωση, το τουρκικό έθνος στην ολότητά του θα είναι κυρίαρχο στον κόσμο (μια παγκόσμια υπερδύναμη) και θα διαβιώνει στα όρια ενός τουρκικού σούπερ-κράτους, που θα επεκτείνεται από την Αδριατική θάλασσα ως το Κινεζικό τείχος· όλοι οι υπόλοιποι λαοί που εντάσσονται σ’ αυτά τα όρια είναι καταδικασμένοι να ζήσουν στο περιθώριο.


Η ΚΟΚΚΙΝΗ ΜΗΛΙΑ


Επίκεντρο όλων των τουρκικών πόθων και της θέλησης για κυριαρχία αποτελεί ένας μυθικός τόπος της Ανατολικής Ασίας, η αναφορά στον οποίο έχει αποτελέσει αφορμή για το πλάσιμο διαφόρων θρύλων και τη συγγραφή λογοτεχνικών έργων, γνωστός ως «Kızıl Elma» («Κόκκινη Μηλιά»). Αυτή η μαγευτική τοποθεσία ενέπνευσε τόσο πολύ τον Γκιόκαλπ, ώστε -πέραν των αναφορών του σ’ αυτή στις «Βάσεις του τουρκισμού»- τον οδήγησε στο να γράψει και να εκδώσει ολόκληρη ποιητική συλλογή υπό τον τίτλο «Κόκκινη Μηλιά» (1917). Η συλλογή αυτή είναι γεμάτη από το παντουρκικό πνεύμα και από το ρομαντισμό της επιστροφής στην μεγάλη πατρίδα του απωτάτου παρελθόντος και κοιτίδα του τουρκικού γένους.

Στην ουσία η Κόκκινη Μηλιά δεν είναι παρά το κέντρο του μεγάλου τουρανικού κράτους και πηγή του κάθε τι τουρκικού. Στις «Βάσεις του τουρκισμού» ο Γκιόκαλπ κάνει λόγο γι’ αυτήν μέσα στο κυρίως κείμενο, στο κεφάλαιο «Τουρκισμός και τουρανισμός». Την Κόκκινη Μηλιά τη θεωρεί ως το πρωτόγονο τουρκικό κράτος, απ’ το οποίο ξεπήδησαν με την πάροδο των αιώνων όλα τα σημερινά τουρκικά και τουρκογενή έθνη. Είναι πολύ χαρακτηριστικό και πάντως αξίζει να επισημανθεί ότι αναφερόμενος στην Κόκκινη Μηλιά ο συγγραφέας την θέτει ως «χώρα» (ülke) και όχι ως «γη» (toprak) ή «τόπο» (yer). Αυτό σαφέστατα δείχνει ότι της προσδίδει οργανωτικές και γενικά κρατικές λειτουργίες, υπονοώντας έτσι ότι στην πραγματικότητα επρόκειτο περί του πρώτου οργανικά δομημένου κράτους στην ιστορία της ανθρωπότητας! Σύμφωνα μ’ αυτήν την αντίληψη οι Τούρκοι είναι οι δημιουργοί αυτού που σήμερα είναι παγκοσμίως καθιερωμένο ως κρατική οντότητα, απ’ τη στιγμή που στα βάθη της ιστορίας είχαν κιόλας την πρώτη στο σύμπαν οργανωμένη μορφή κράτους.

Ο Γκιόκαλπ ταυτίζει λοιπόν την Κόκκινη Μηλιά με το αρχαίο κράτος του Τουράν ή με τον πρώτο πυρήνα των Τούρκων στην προϊστορία· αυτό δεν είναι απόλυτα ξεκαθαρισμένο στο έργο του. Πρόκειται μάλλον για μια μορφή πανάρχαιας τουρανικής ομοσπονδίας, που ο συγγραφέας θεωρεί ότι έχει πράγματι υπάρξει ιστορικά και δεν αποτελεί απλό θρύλο. Να λοιπόν γιατί η Κόκκινη Μηλιά έχει τεράστια σημασία στη μελέτη της σύγχρονης γεωπολιτικής του παντουρκισμού.

Ο θρύλος της Κόκκινης Μηλιάς έχει διασωθεί όχι μόνο στην τουρκική μυθολογική παράδοση, αλλά και στην ελληνική· μια από τις γνωστές προφητείες του Κοσμά του Αιτωλού μιλάει ανοιχτά για τον αινιγματικό αυτό τόπο: «Οι Τούρκοι θα φύγουν, αλλά θα ξανάρθουν πάλι και θα φτάσουν ως τα Εξαμίλια. Στο τέλος θα τους διώξουν στην Κόκκινη Μηλιά. Από τους Τούρκους το 1/3 θα σκοτωθεί, το άλλο τρίτο θα βαπτιστεί και μονάχα το 1/3 θα πάει στην Κόκκινη Μηλιά». Όντως, οι Έλληνες της περιόδου της τουρκοκρατίας πίστευαν στην ύπαρξη αυτής της γεωγραφικής τοποθεσίας, απ’ την οποία ήρθαν οι Τούρκοι κατακτητές και στην οποία προορίζονται να επιστρέψουν μία μέρα στο μέλλον. Φαντάζονταν ότι η Κόκκινη Μηλιά βρίσκονταν κάπου στα βάθη της Μικράς Ασίας ή στην Κεντρική Ασία. Μαζί με τους θρύλους του μαρμαρωμένου βασιλιά, των ψαριών που έπεσαν μισοψημένα στο νερό και της γοργόνας, ο μύθος της Κόκκινης Μηλιάς αποτελεί βασικό στοιχείο των μυθολογικών παραστάσεων του υπόδουλου ελληνικού έθνους κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας.

Πού όμως βρίσκεται στην πραγματικότητα η Κόκκινη Μηλιά; Ίσως το ακριβές σημείο της είναι κάπου στην Κεντρική Ασία ή στη σημερινή Μογγολία, επισημαίνοντας έτσι έναν βασικό γεωπολιτικό χώρο της σημερινής εποχής. Πράγματι τόσο από το έργο του Γκιόκαλπ, όσο και από τις γενικότερες ερμηνείες των ίδιων των σύγχρονων θεωρητικών του παντουρκισμού, η Κόκκινη Μηλιά αποτελεί γεωγραφικά το πραγματικό κέντρο της ευρασιατικής ηπείρου, άρα και το κέντρο του πλανήτη ολόκληρου! Είναι βέβαια γνωστή η υπεραξία του ευρασιατικού χώρου στη σημερινή γεωπολιτική και στη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων, όπου αυτή θεωρείται ως ο κατ’ εξοχήν κρίσιμος τόπος του πλανήτη· τόσο παλαιότεροι, όσο και σύγχρονοι γεωπολιτικοί επιστήμονες και θεωρητικοί της πολιτικής των χωρών τους στο πεδίο των διεθνών σχέσεων, ακολουθούν έναν περίπου δογματικό τύπο, που αντανακλάται στη φράση: «Η Ευρασία είναι το κέντρο του κόσμου· όποιος ελέγχει την Ευρασία, ελέγχει και ολόκληρο τον κόσμο».

Στο γεωπολιτικό σύστημα των παντουρκιστών η Ευρασία έχει ιδιαίτερη σημασία και δυναμική. Την αποκαλούν «Avrasya» (Ευρασία) και όλη τους η πολιτική και όχι μόνο θεώρηση στηρίζεται ακριβώς πάνω σ’ αυτήν την αντίληψη. Γι’ αυτό και ο χώρος της φυσικής εξάπλωσης του τουρκικού υπερέθνους δεν είναι άλλος παρά αυτός της Ευρασίας, όπου και το όνειρο της ίδρυσης μιας ευρασιατικής πλανητικής αυτοκρατορίας, που θα συμπίπτει με το νέο Τουράν, την μείζουσα Τουρκία του 21ου αιώνα! Υπό αυτές τις συνθήκες αυτή η μελλοντική πανίσχυρη τουρκική αυτοκρατορία θα έχει όλες τις προϋποθέσεις να μετατραπεί στην απόλυτη κυρίαρχη υπερδύναμη του πλανήτη! Αυτή η παντουρκιστική τάση για ηγεμονία στην Ευρασία δεν θα πρέπει καθόλου να θεωρείται εξωπραγματική ή υπερβολική, εφόσον απ’ τη μια αποτελεί σε διαρκή βάση πραγματιστικό στόχο των συντονιστών του παντουρκισμού και απ’ την άλλη στηρίζεται σε αληθή γεωπολιτικά συμπεράσματα, όπως αυτά προέκυψαν από τους μεγαλύτερους γεωπολιτικούς ερευνητές όλων των εποχών στις ΗΠΑ, τη Ρωσία, τη Γερμανία και τη Μεγ. Βρετανία. Με δυο λόγια η Ευρασία είναι ο φυσικός χώρος ανάπτυξης του τουρκισμού.

Η Κόκκινη Μηλιά επομένως δεν είναι απλά ένα παραμύθι, που να κατατάσσεται αποκλειστικά και μόνο στην κατηγορία της έρευνας των παραδόσεων του τουρκικού λαού· η σημασία της είναι πάρα πολύ βαθειά, αφού πίσω από τον μύθο της Κόκκινης Μηλιάς είναι σαφές ότι κρύβεται ο ρεαλιστικός πόθος για τη δημιουργία του ενωμένου Τουράν, της νέας τουρκικής αυτοκρατορίας, της τουρκικής Ευρασίας. Θεωρείται, κι αυτό γεννά πολλές ελπίδες στους σημερινούς παντουρκιστικούς κύκλους, ότι οι γενικότερες συνθήκες του 21ου αιώνα θα επιτρέψουν κάτι τέτοιο, έτσι ώστε να υλοποιηθούν στην αιωνιότητα τα τουρκικά όνειρα και μια μέρα, όχι πολύ μακρινή, την υδρόγειο να καλύψει η κόκκινη σημαία με το αστέρι και την ημισέληνο.


Ο ΓΚΡΙΖΟΣ ΛΥΚΟΣ


Άλλο ένα βασικό μυθικό στοιχείο του παντουρκισμού αποτυπώνεται στην εικόνα του Γκρίζου Λύκου (Bozkurt). Πρόκειται για τον Λύκο της Στέπας, κυρίαρχη μορφή των τουρκικών θρύλων, ο οποίος θεωρείται κάτι σαν φύλακας των απανταχού Τούρκων και σύμβολο του ενωμένου τουρκικού υπερκράτους. Γύρω απ’ αυτήν την μυθική φιγούρα χτίστηκε γρήγορα ένα ολόκληρο ιδεολογικό τείχος, με σαφείς γεωπολιτικές αιχμές, το οποίο απέκτησε ειδικό βάρος στην υπόθεση του τουρκικού εθνικισμού· ο Γκρίζος Λύκος έδωσε το όνομά του στο επίσημο περιοδικό των παντουρκιστών κατά το πρώτο ήμισυ του 20ού αιώνα, αλλά και στη σημερινή εθνικιστική οργάνωση, που προασπίζεται το παντουρκικό πνεύμα ανά την υφήλιο.

Στην ουσία ο Γκρίζος Λύκος σηματοδοτεί την τουρκική υπερπατρίδα στον ευρασιατικό χώρο. Αυτός ο λύκος βλέπει προς τρεις κατευθύνσεις: προς ανατολάς, στην Άπω Ανατολή, προς δυσμάς, στην Ευρώπη και προς νότο, στην Μέση Ανατολή. Οριοθετείται έτσι η περιβόητη «τουρκική πατρίδα», που στρέφεται για κυριαρχία τόσο σε Ανατολή και Δύση, όσο και στον αραβικό κόσμο, με την έννοια ότι προσπαθεί να αντλήσει εμπειρίες από αυτούς τους χώρους, να προσεταιριστεί στοιχεία τους και να τα συνδέσει σε μια μοντέρνα υπερενότητα. Η μεταρρυθμιστική πολιτική του Κεμάλ Ατατούρκ δεν υπήρξε τίποτα περισσότερο από ένα «άνοιγμα» της χώρας προς τη Δύση, έτσι ώστε σήμερα να μπορούμε πλέον να μιλάμε ότι η Τουρκία δεν έχει γίνει βέβαια Δυτική Ευρώπη, ούτε και ανήκει σ’ αυτήν, αλλά έχει εκλάβει πολύτιμα στοιχεία από αυτήν, ώστε να μπορεί να τα χρησιμοποιήσει προς όφελός της στο μέλλον. Τόσο η άκρως αναγκαία για την εξέλιξη της τουρκικής γλώσσας μεταρρύθμιση (αντικατάσταση του αραβικού αλφαβήτου απ’ το λατινικό, αντικατάσταση αραβικών κυρίως λέξεων από τουρκικές), όσο και η απο-ισλαμοποίηση της Τουρκίας και η μεταλλαγή της σε ιδιόρρυθμο κοσμικό ισλαμικό κράτος αποτελούν αποτελέσματα αυτής ακριβώς της κεμαλικής πολιτικής.

Ο Γκρίζος Λύκος δεν συνεπάγεται όμως αναγκαστικά κάποια ήπια μορφή εξάπλωσης του τουρκισμού προς τις κατευθύνσεις αυτές· η φύση του είναι μάλλον επιθετικού και άμεσου χαρακτήρα, με βασικό άξονα της ανάπτυξής του την τουρκική εδαφική και πολιτισμική επέκταση. Συνεπώς ορίζει τον καθαρό τουρκικό εθνικισμό, του οποίου κύρια ιστορική μορφή είναι ο παντουρκισμός. Απορροή του θρύλου του Γκρίζου Λύκου αποτελεί η πορεία του παντουρκισμού κατά το δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα, όταν και για πρώτη φορά από τις αρχές της δεκαετίας του ’40 το παντουρκιστικό κίνημα λαμβάνει ιδεολογική καθαρότητα και άνοδο, αλλά και μια σεβαστή μαζική κινητικότητα. Ο αναμφισβήτητος ηγέτης του παντουρκισμού αυτής της περιόδου, με δράση και στο πολιτικό επίπεδο, είναι ο Άλπαρσλαν Τουρκές, επικεφαλής του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ), τη ζωή και την καριέρα του οποίου καθοδηγούσε πάντα η μορφή του Γκρίζου Λύκου.

Το 1965 βγήκε στη δημοσιότητα το κείμενο-δόγμα του σύγχρονου παντουρκισμού «Dokuz Işık» («Εννιά Φώτα»), γραμμένο από τον ίδιο τον Τουρκές. Το νεώτερο αυτό πρόγραμμα του παντουρκισμού ακολουθεί επακριβώς τη λογική της τουρκικής εξάπλωσης σε όλες τις ευρασιατικές κατευθύνσεις, που αποκρυσταλλώνεται στο ενδιαφέρον της μητέρας Τουρκίας για όλους τους τουρκικούς λαούς που βρίσκονται εντός των ορίων ξένων κρατών και ειδικότερα για τους πολυπληθείς της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Αυτό ακριβώς το τελευταίο πολλές φορές λαμβάνεται ως ο πυρήνας του τουρκικού ζητήματος, κάτι που φαίνεται και από τις «Βάσεις του τουρκισμού» του Γκιόκαλπ, όπου όλο το παντουρκικό θέλγητρο για κυριαρχία βασίζεται και έχει σαν αφορμή την έγνοια για τους τουρκικούς λαούς, που καλούνται (κάτι που θεωρείται φυσιολογικό) να συνυπάρξουν υπό την στέγη μιας κρατικής ενότητας.

Η σπουδαιότερη αρχή των «Εννιά Φώτων» του Τουρκές είναι η λεγόμενη «ενότητα του εθνικισμού». Σύμφωνα με το εν λόγω δόγμα ο τουρκικός εθνικισμός δεν διαιρείται σε εθνικισμό του Κεμάλ ή εθνικισμό του Γκιόκαλπ ή εθνικισμό του Τουρκές. Ο εθνικισμός των Τούρκων έχει ενιαίο χαρακτήρα και κατά συνέπεια εκφράζει τα συμφέροντα τόσο των υπηκόων της Τουρκίας, όσο και των συμπατριωτών τους που ζουν εκτός των ορίων της σημερινής Τουρκίας. Δημιουργείται έτσι η θέση της «ενότητας του τουρκικού έθνους, που διαβιώνει σε τρεις ξεχωριστές ηπείρους» (Ασία, Ευρώπη κι Αφρική). Και όχι μόνο αυτό: η μεταφυσική αντίληψη της ιστορίας οδηγεί τον Τουρκές να φτάσει ακόμη και σε μεσσιανικά-φασιστικά πορίσματα, που στερούνται κάθε επιστημονικότητας· γράφει λοιπόν σε ένα σημείο κάτι που μας θυμίζει ασυναίσθητα κι έντονα το «εκλεκτικό» πνεύμα της Παλαιάς Διαθήκης. Κατά το παντουρκιστικό αποκορύφωμα του ο ηγέτης του ΜΗΡ ισχυρίζεται χωρίς ενδοιασμούς και εντελώς άμεσα ότι «το τουρκικό έθνος είναι το έθνος που επιλέχτηκε απ’ τον θεό»!

Πέραν του Γκρίζου Λύκου, στην θεωρία του Τουρκές περίοπτη θέση καταλαμβάνει και μια άλλη μυθική μορφή των τουρκικών λαϊκών θρύλων, ο Başbuğ (Ηγέτης). Μάλιστα μέσα στο ΜΗΡ χρησιμοποιούνταν αυτός ακριβώς ο όρος ως ψευδώνυμο του προέδρου του κόμματος. Όλα αυτά μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο παντουρκισμός, όπως προκύπτει αφενός από τον πρωταρχικό στοχασμό του Γκιόκαλπ και αφετέρου από τις ιδέες του Τουρκές, όπως αυτές εκφράστηκαν και στο πολιτικό σκηνικό της Τουρκίας, είναι όχι μόνο ένας τουρκικός εθνικισμός, αλλά μία ρομαντική ιδεολογία με φασίζουσες τάσεις, στηριγμένη εξολοκλήρου πάνω σε μυθολογικές παραστάσεις και σε μία λανθάνουσα εσχατολογική βάση. Κι όμως, αντίθετα από ό,τι θα πίστευε κανείς, αυτή η μεταφυσική αντίληψη είναι πολύ ικανή και στο ως προς το να γεννάει και να αναπτύσσει ένα επαρκές και πολύ ρεαλιστικό γεωπολιτικό σύστημα για το μέλλον.


Η ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝΤΟΥΡΚΙΣΜΟΥ


Τα όρια ανάπτυξης του παντουρκιστικού οράματος συμπίπτουν με τα εδάφη μόνιμης παραμονής των τουρκικών και τουρκογενών πληθυσμών. Αυτά συγκροτούν μια περιφέρεια που σαφώς σηματοδοτεί τον κυρίως ευρασιατικό χώρο, με επίκεντρο το δυτικό του άκρο, δηλ. την Ανατολία ή Μικρά Ασία (σημερινό τουρκικό κράτος). Κατά συνέπεια ο παντουρκισμός δεν κρύβει την πεμπτουσία της κοσμοθεώρησής του, που –όπως είδαμε και σε προηγούμενη ενότητα- επικεντρώνεται στην απόλυτη κυριαρχία του τόσο νευραλγικού ευρασιατικού χώρου, με δυο λόγια στην κατάληψη της Ευρασίας! Το ότι η παντουρκιστική βλέψη για ηγεμονία μέσα στην «καρδιά» του λεγόμενου Παλαιού Κόσμου δεν αποτελεί καθόλου κάποια «περιθωριακή» αντίληψη ακραίων τουρκικών εθνικιστικών κύκλων, αλλά αντίθετα είναι επίσημη πολιτική του τουρκικού κράτους, το δείχνουν περίφημα αφενός η πάγια θέση για τους Τούρκους του εξωτερικού (dış türkler) κι αφετέρου οι χάρτες που απεικονίζουν τους τουρκικούς λαούς του πλανήτη.

Να σημειωθεί εδώ πως σχετικά με τη θέση της μητροπολιτικής Τουρκίας ανάμεσα στους υπόλοιπους τουρκικούς πληθυσμούς, αυτή δεν μπορεί παρά να είναι κυρίαρχη και ηγετική, κάτι που ερμηνεύουμε ως εξής:

1. Η σημερινή Τουρκία είναι το μόνο τουρκογενές κράτος με ξεκαθαρισμένη κρατική κι εθνική δομή (π.χ. δεν αποδέχεται την ύπαρξη εθνικών μειονοτήτων μέσα στα όρια της τουρκικής επικράτειας), καθώς και με παράδοση σχεδόν ενός αιώνα, αφότου προέκυψε μέσα από τα ερείπια της οθωμανικής αυτοκρατορίας.

2. Η Τουρκία είναι το μοναδικό επίσης τουρκογενές κράτος, σε αντίθεση π.χ. με τα νεότευκτα κράτη-πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, που έχει απολύτως αποσαφηνίσει τον τουρκικό του χαρακτήρα και ήδη έχει έτοιμο ένα επαρκές γεωστρατηγικό σχέδιο επίλυσης του ζητήματος ενοποίησης όλων των τουρκικών λαών (φυσικά κάτω απ’ την τουρκική ηγεσία).

3. Πέραν αυτών των τόσο πολύ σημαντικών, η Τουρκία είναι ένα σύγχρονο «δυτικοποιημένο» κράτος, με σχετικά σταθερή οικονομία και κοινωνική δόμηση (εν σχέσει πάντα με τα κεντροασιατικά τουρκικά κράτη), μέλος του ΝΑΤΟ και υποψήφιο για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με έναν παντοδύναμο στρατό και υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα, τα οποία μπορούν να συγκριθούν πάνω στον πλανήτη με ανάλογα χωρών-υπερδυνάμεων, όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία ή η Κίνα.

4. Επίσης, δεν υπάρχει άλλο τουρκικό κράτος, που να μπορεί να συγκριθεί με την μητροπολιτική Τουρκία στο πεδίο της ποσότητας του πληθυσμού, εφόσον το σημερινό τουρκικό κράτος έχει ασύγκριτα περισσότερο πληθυσμό σε σχέση με τα άλλα τουρκογενή κράτη της Ασίας (περίπου 65 εκατομμύρια κάτοικοι στις αρχές της δεκαετίας του 1990)· κι όχι μόνο αυτό: ο πληθυσμός της μητροπολιτικής Τουρκίας είναι αξιόλογος και ως ποιότητα, αφού πολύ μεγάλο ποσοστό του είναι νεαρής ηλικίας, εγγυώμενος έτσι ακόμα μεγαλύτερη πληθυσμιακή αύξηση στο μέλλον.

5. Τέλος, η γεωγραφική θέση της Τουρκίας είναι σαφώς περισσότερο ευνοϊκή απ’ την ανάλογη των υπολοίπων τουρκικών δημοκρατιών, εφόσον βρίσκεται σε ένα κρισιμότατο από γεωπολιτική άποψη σταυροδρόμι, που σηματοδοτεί το πλέον νευραλγικό σημείο της Ευρασίας, ανάμεσα σε Δυτική Ευρώπη, Μέση Ανατολή, Βόρεια Αφρική και Κεντρική Ασία και σε άμεση επαφή με την Μεσόγειο και τον Καύκασο.

Όλοι αυτοί οι λόγοι καθιστούν την Τουρκία αναμφισβήτητη μητρόπολη των τουρκικών λαών, αφού (λόγω της αδυναμίας όλων τους σε όλα τα καίρια σημεία) καμμία άλλη τουρκογενής χώρα δεν μπορεί να καταστεί κάτι τέτοιο ακόμη και στο απώτατο μέλλον! Άρα για λόγους χειροπιαστούς και αντικειμενικούς η Τουρκία είναι η πρωτοπορία των τουρκικών λαών στον δρόμο προς την ένωση και την δημιουργία του ενωμένου Τουράν του μέλλοντος.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του τουρκικού κράτους και με τον δημοσιευμένο χάρτη με τις τουρκικές χώρες και λαούς, οι τουρκικοί πληθυσμοί είναι στο σύνολό τους οι παρακάτω:

  1. Τούρκοι της Δύσης

α) Τούρκοι της Τουρκίας

-στην Τουρκία: 65 εκ.

-στο Ιράκ: 1.5 εκ.

-στη Συρία: 120 χιλ.

-στην Κύπρο: 200 χιλ.

-στην Ελλάδα: 150 χιλ.

-στη Βουλγαρία: 1.5 εκ.

- στην ΠΓΔΜ: 110 χιλ.

-συνολικά στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης: 200 χιλ.

-στην Ευρώπη, την Αμερική, την Ωκεανασία και τις αραβικές χώρες: 4.5 εκ.

ΣΥΝΟΛΟ: 72.28 εκ.

β) Γκαγκαούζοι Τούρκοι

- στη Μολδαβία και την Ουκρανία: 200 χιλ.

-στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία: 50 χιλ.

ΣΥΝΟΛΟ: 250 χιλ.

γ) Τούρκοι του Αζερμπαϊτζάν

-στο βόρειο Αζερμπαϊτζάν (σημερινό Αζερμπαϊτζάν και μέρος της Γεωργίας): 7 εκ.

-στο νότιο Αζερμπαϊτζάν (Ιράν): 18 εκ.

ΣΥΝΟΛΟ: 25 εκ.

δ) Τουρκμένοι Τούρκοι

-στο Τουρκμενιστάν: 2.8 εκ.

-στο Ιράν: 1 εκ.

-στο Αφγανιστάν και το Πακιστάν: 300 χιλ.

ΣΥΝΟΛΟ: 4.1 εκ.

  1. Τούρκοι της Ανατολής

α) Ουζμπέκοι Τούρκοι

-στο Ουζμπεκιστάν: 17 εκ.

-στο Αφγανιστάν και το Πακιστάν: 2 εκ.

ΣΥΝΟΛΟ: 19 εκ.

β) Τούρκοι Ουϊγκούρ

-στο Ανατολικό Τουρκεστάν (Κίνα): 8 εκ.

-στο Καζακστάν: 300 χιλ.

ΣΥΝΟΛΟ: 8.3 εκ.

γ) Καζάκοι Τούρκοι

-στο Καζακστάν: 8.3 εκ.

-στο Ανατολικό Τουρκεστάν, στην Κίνα: 1 εκ.

ΣΥΝΟΛΟ: 9.3 εκ.

δ) Καρακαλπάκοι Τούρκοι

-στο Ουζμπεκιστάν: 450 χιλ.

ε) Κιργίζιοι Τούρκοι

-στο Κιργιζιστάν: 2.7 εκ.

-στο Ανατολικό Τουρκεστάν (Κίνα): 100 χιλ.

ΣΥΝΟΛΟ: 2.8 εκ.

ς) Τάταροι Τούρκοι

-στη Ρωσία: 7 εκ.

ζ) Μπασκίροι Τούρκοι

-στη Ρωσία: 1.5 εκ.

η) Τούρκοι της Κριμαίας

-στη Ρωσία: 270 χιλ.

-στη Ρουμανία: 30 χιλ.

ΣΥΝΟΛΟ: 300 χιλ.

θ) Τούρκοι του Νογκάι

-στην βόρεια Καυκασία: 80 χιλ.

ι) Τούρκοι του Καράτσαϊ

-στην βόρεια Καυκασία: 160 χιλ.

ια) Τούρκοι του Μαλκάρ

-στην βόρεια Καυκασία: 90 χιλ.

ιβ) Τούρκοι του Κουμρούκ

-στην βόρεια Καυκασία: 300 χιλ.

ιγ) Τούρκοι του Αλτάι

-στη Ρωσία: 80 χιλ.

ιδ) Χακάσιοι Τούρκοι

-στη Ρωσία: 90 χιλ.

-στην επαρχία Κανσού: 70 χιλ.

ΣΥΝΟΛΟ: 160 χιλ.

ιε) Τούρκοι του Τουβά

-στη Ρωσία: 220 χιλ.

-στη Μογγολία: 130 χιλ.

ΣΥΝΟΛΟ: 350 χιλ.

ΣΥΝΟΛΟ ΤΟΥΡΚΩΝ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ: 151.5 εκ.


Ο ΠΑΝΤΟΥΡΚΙΣΜΟΣ ΩΣ ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ


Εκείνο που κάνει εξαρχής εντύπωση στη μελέτη του ξεκινήματος της ιδεολογίας και του κινήματος του παντουρκισμού είναι το γεγονός ότι ο παντουρκισμός γεννήθηκε έξω απ’ τα σύνορα της Τουρκίας, ανάμεσα στους τουρκογενείς λαούς της Ρωσίας, δηλ. τους Τάταρους και τους Μπασκίρους. Κατά το πρώτο διάστημα της εμφάνισής του, ο παντουρκισμός είχε ουσιαστικά ως έδρα την πρωτεύουσα της ρωσικής επαρχίας του Ταταρστάν, το Καζάν. Από το Καζάν και την Ούφα ξεκίνησαν τη δράση τους και οι δύο πρώτοι παντουρκιστικοί πνευματικοί κύκλοι, η Τουρκική Πατρίδα (Türk yurdu) και η Τουρκική Εστία (Türk ocağı), για να μεταφερθούν αργότερα στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα, όπου και εξεδόθησαν τα πρώτα παντουρκιστικά περιοδικά, ακριβώς με τις παραπάνω ονομασίες.

Το σημείο αναφοράς του πρωταρχικού παντουρκισμού των Τούρκων της Ρωσίας υπήρξε η ανάμνηση της μογγολικής κυριαρχίας στον ευρασιατικό χώρο, μετά την υποταγή της Ρωσίας το 1240, κυριαρχία που κράτησε περίπου 250 χρόνια. Για τον πρώιμο παντουρκισμό αυτή η εποχή ήταν μια χρυσή περίοδος της ανθρωπότητας, που σταμάτησε όμως μετά τη νίκη του Ιβάν του τρομερού επί των μογγολικών ορδών περί τα τέλη του 15ου αιώνα. Παρ’ όλα αυτά οι Τούρκοι της Κεντρικής Ασίας δεν δέχτηκαν ποτέ την αφομοίωσή τους απ’ τον σλαβικό ρωσικό πληθυσμό και περίμεναν η ιστορική νομοτέλεια να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες για να εκδηλώσουν τον τουρκισμό τους. Και η αφορμή αυτή δόθηκε με τον πόλεμο της Κριμαίας το 1854-1856, όταν η Ρωσία ηττήθηκε, ενώ η μητέρα πατρίδα, η οθωμανική Τουρκία, ήταν μεταξύ των νικητών.

Έτσι από το Καζάν μέχρι και το Μπακού δημιουργήθηκαν παντουρκιστικά δίκτυα, τα οποία ήταν μεν ανοργάνωτα και χωρίς ενιαίο χαρακτήρα, είχαν όμως μία δυναμική επαρκή ούτως ώστε να αποτελέσει βάση για μια πιο ευρεία δράση με ικανοποιητικά αποτελέσματα. Υπό αυτές τις συνθήκες πραγματοποιήθηκαν μερικά μεγάλα μουσουλμανικά (στην ουσία παντουρκιστικά) συνέδρια, που αφορούσαν τους μουσουλμανικούς λαούς της Ρωσίας και που έχουν μεγάλη σημασία για την μετέπειτα εξέλιξη του παντουρκισμού. Το πρώτο συνέδριο διεξήχθη τον Αύγουστο του 1905 πάνω σε ένα ποταμόπλοιο του Βόλγα (γι’ αυτό και ονομάστηκε «πλωτό συνέδριο»), ενώ το δεύτερο τον Ιανουάριο του 1906 στην Αγία Πετρούπολη· αυτό το δεύτερο συνέδριο διαλύθηκε πρόωρα μετά από παρέμβαση της αστυνομίας. Λίγο αργότερα όμως συγκλήθηκε ένα τρίτο συνέδριο στην πόλη Μακάρια, το οποίο απεδείχθη καθοριστικής σημασίας για το μέλλον του παντουρκισμού, αφού έλαβε σπουδαίες αποφάσεις σχετικά με την τύχη των τουρκικών μουσουλμανικών πληθυσμών της Ρωσίας.

Κι ενώ το παντουρκιστικό κίνημα αποκτά εκφραστές και στην μητροπολιτική Τουρκία, η άνοδος του παντουρκισμού στη Ρωσία διακόπτεται απότομα με την επικράτηση του κομμουνισμού στη χώρα· από εκεί και έπειτα ο παντουρκισμός θα αναπτυχθεί αποκλειστικά στα όρια του τουρκικού κράτους, αφού οι σημαντικότεροι ιδεολόγοι του στη Ρωσία θα μεταπηδήσουν αμέσως στην Τουρκία. Η δυναμική του παντουρκιστικού κινήματος είναι τέτοια, ώστε να επηρεάσει άμεσα και την ιδεολογία του νέου τουρκικού κράτους, που προκύπτει από την διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο παντουρκισμός γίνεται πια κρατική ιδεολογία.

Βασικό ρόλο σ’ αυτήν την φάση ανάπτυξης του κινήματος του παντουρκισμού έπαιξε ένας Τάταρος διανοούμενος, που μετανάστευσε στην Τουρκία, ο Γιουσούφ Ακτσουρά, ηγετικό στέλεχος και ουσιαστικός ιδεολόγος της ημι-μυστικής εταιρείας «Τουρκική Εστία». Μαζί με το μανιφέστο του παντουρκισμού, δηλαδή το βιβλίο «Οι βάσεις του τουρκισμού» του Ζιγιά Γκιόκαλπ, οι αναλύσεις και τα άρθρα του Ακτσουρά βοήθησαν τα μέγιστα στην τελική διαμόρφωση της παντουρκιστικής φιλοσοφίας. Τα κείμενα του Ακτσουρά είναι και τα πρώτα που επίσημα κι οριστικά αποδεσμεύουν τον παντουρκισμό απ’ τον ισλαμισμό, τον οποίον ο ίδιος αρνείται, συμφωνώντας με την άποψη των περισσότερων παντουρκιστών ότι το ισλάμ είναι όχι απλά ξένο, αλλά και επικίνδυνο εμπόδιο στην πορεία για την επίτευξη του παντουρκικού ονείρου. Όσες λοιπόν φορές ο παντουρκισμός χρησιμοποιεί το ισλάμ, το κάνει είτε για κάλυψη των πραγματικών του σκοπών, είτε ως μέσο προσέλκυσης νέων οπαδών.

Τα κείμενα και η δράση των παντουρκιστών βρήκαν απήχηση τόσο στο κίνημα των Νεότουρκων, όσο και ειδικότερα στην σκέψη του Κεμάλ Ατατούρκ, που κλήθηκε απ’ την ιστορία να δημιουργήσει μια νέα Τουρκία, σύγχρονη και ισχυρή. Ο Ατατούρκ επηρεάστηκε βαθύτατα κυρίως από το έργο του Γκιόκαλπ και γενικά μετουσίωσε σε πράξη τις βασικές αρχές του παντουρκισμού: παραμέρισε την επιρροή του ισλάμ, έδωσε καθαρά τουρκικό χαρακτήρα στην κοινωνία και τη γλώσσα του λαού του (αποδεσμεύοντάς τον από τις έντονες αραβικές και περσικές επιρροές του παρελθόντος) και κατάφερε να αναγεννήσει την ισχύ του τουρκικού κράτους, μόλις λίγα χρόνια αφότου γκρεμίστηκε η οθωμανική αυτοκρατορία!

Ο παντουρκιστικός χαρακτήρας του κυβερνητικού κεμαλισμού έχει πολύ ενδιαφέρουσες παραμέτρους στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής και γενικότερα της γεωπολιτικής της νεώτερης Τουρκίας. Ο Ατατούρκ κατάλαβε γρήγορα ότι η γενικότερη γεωγραφική θέση και η γεωμορφολογική κατάσταση της Τουρκίας έχουν πράγματι τεράστια αξία, κι αυτό όχι μόνο λόγω της κρίσιμης θέσης πάνω στον χάρτη· η εδαφολογική σύνθεση και η μορφολογία του αχανούς τουρκικού χώρου με την γιγάντια ενδοχώρα του αποτελούν αξεπέραστο εμπόδιο για τους στρατιωτικούς αντιπάλους της Τουρκίας, που είναι έτσι καταδικασμένοι να μην μπορούν να κερδίσουν ποτέ την Τουρκία υπό φυσιολογικές συνθήκες και σε περίπτωση ανοιχτής πολεμικής αναμέτρησης (κλασική η περίπτωση της ελληνικής ήττας του 1922). Έτσι η κεμαλική στρατηγική σκέψη βρήκε πρόσφορο έδαφος για να επιβάλλει οριστικά στον 20ό αιώνα (όπως και έχει πια αποδειχθεί) την επεκτατική νοοτροπία του τουρκικού κράτους. Όλες λοιπόν οι πράξεις διεκδικήσεων της Τουρκίας έναντι των γειτόνων της, ειδικότερα έναντι της Ελλάδας για λόγους θαλάσσιας κυριαρχίας στο Αιγαίο, αποτελούν απορροές της επίδρασης του παντουρκιστικού δόγματος πάνω στα κέντρα χάραξης της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.

Η θέση της τουρκικής διπλωματίας έναντι της Ελλάδας και των άλλων λαών της ευρύτερης περιοχής είναι στην ουσία μία παντουρκιστική θέση και τα γεγονότα βοούν και διαψεύδουν κατηγορηματικά όποιον τολμά να ισχυριστεί το αντίθετο: γενοκτονία των Αρμενίων το 1915, ξεριζωμός του μικρασιατικού ελληνισμού το 1922, διωγμός των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου το 1955, εισβολή στην Κύπρο το 1974, συνεχής προσπάθεια εκτουρκισμού των Κούρδων και συνεχής απειλή στα νησιά του Αιγαίου και τη Δυτική Θράκη. Όλα αυτά αποτελούν μια παντουρκική τακτική και μεθοδολογία, που μέσα στα στρατηγικά κέντρα πολεμικής προετοιμασίας και πληροφοριών της Τουρκίας συνεχίζει να υφίσταται ως κυρίαρχο γεωπολιτικό δόγμα.


ΤΟ ΦΑΣΙΣΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΟΥ ΠΑΝΤΟΥΡΚΙΣΜΟΥ


Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει σε κάθε προσπάθεια ανάλυσης του παντουρκιστικού φαινομένου αναζητά το ποιά είναι στην πραγματικότητα η ιδεολογική θέση του παντουρκισμού, με την έννοια σε ποιά παγκόσμια ιδεολογία τελικά αυτός κατατάσσεται; Για να απαντηθεί ένα παρόμοιο ερώτημα, άσχετα με το ποιό θεωρητικό σύστημα αφορά, χρειάζεται να ληφθεί κατά νου όχι μόνο η καθαρή ιδεολογική του θεώρηση, όπως αυτή καταγράφεται στις βασικές προγραμματικές του αρχές, αλλά και η τυχόν πολιτική σε επίπεδο κρατικής διακυβέρνησης, σε περίπτωση δηλαδή που η εξουσία της χώρας εντάσσει την πρακτική της στο συγκεκριμένο θεωρητικό πολιτικό σύστημα. Είναι με δυο λόγια πολύ σημαντικό μία πολιτική θεώρηση να κρίνεται και ως κυβερνητική πρακτική, εφόσον η εξουσία είναι το πεδίο εκείνο που σε τελική ανάλυση έχει την κεντρική σημασία στην εξέλιξη των πολιτικών πραγμάτων σε τοπική ή ευρύτερη κλίμακα. Ο παντουρκισμός λοιπόν, πέραν της καθαρής θεωρητικής του ταυτότητας, είχε την τύχη να βρει αντανάκλαση και στην τουρκική κυβερνητική πολιτική, επιβάλλοντας μάλιστα και τις κύριες παραμέτρους στον τομέα των διεθνών σχέσεων και της εξωτερικής πολιτικής.

Συνεπώς, αν ξεκινήσουμε απ’ την κεμαλική κυβερνητική πολιτική, όπως αυτή εκφράζεται και σήμερα στο τουρκικό κράτος κοσμικού χαρακτήρα, εύκολα θα διαπιστώσουμε ότι αποτελεί ιδιόρρυθμο (δηλαδή προσαρμογή στις ιδιάζουσες τουρκικές συνθήκες) είδος τριτοκοσμικού φασισμού. Αυτός ο τύπος φασισμού αποδέχτηκε ασφαλώς δυτικότροπα στοιχεία κοινωνικών και οικονομικών δομήσεων, που λειτούργησαν όμως ακριβώς μέσα στην ιδιότυπη αυτή τοπική κατάσταση. Γι’ αυτόν τον λόγο υποστηρίζουμε ότι το κεμαλικό κυβερνητικό-καθεστωτικό μοντέλο, που απορρόφησε όλο το αλυτρωτικό πνεύμα του παντουρκισμού και αποτελεί έτσι έκφρασή του, τελεί μεν υπό την επίδραση του δυτικισμού, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι ούτε και μπορεί να γίνει Δύση. Άλλωστε κύριες συνιστώσες του παντουρκισμού, όπως π.χ. η άρνηση του ισλαμικού τρόπου ζωής, είναι συνάμα και δυτικά προτάγματα ως απαραίτητη προϋπόθεση για το χτίσιμο επαρκούς κοσμικού κράτους.

Ως ιδιαίτερη μορφή φασισμού, που αφορά συνθήκες κράτους του Τρίτου Κόσμου και όχι της Δύσης, ο παντουρκισμός δεν λαμβάνει όλα απολύτως τα στοιχεία των δυτικών φασισμών· είναι βέβαια βαθύτατα εθνικιστικός και λαϊκιστικός, απορρίπτοντας τα θρησκευτικά δόγματα, παρουσιάζει όμως και μια σειρά διαφορές απ’ τους φασισμούς της Δυτικής Ευρώπης. Καταρχάς δεν φαίνεται να απορρίπτει εξολοκλήρου τον κοινοβουλευτισμό και πάντως τον ανέχεται σε ένα έλασσον επίπεδο, ίσως και ως απαραίτητο μεταβατικό στάδιο. Απ’ την άλλη, αρνείται βέβαια την κομμουνιστική θεώρηση, όμως καθ’ όλη τη διάρκεια της κομμουνιστικής επικράτησης στη Ρωσία, δεν εξάσκησε αντιρωσική ή αντισοβιετική πολιτική· τόσο η εξωτερική πολιτική του Κεμάλ, όσο και οι παντουρκιστικές οργανώσεις (με αιχμή αυτή του Τουρκές) κράτησαν μια μάλλον ανεκτική και εν μέρει θετική στάση απέναντι στον κομμουνιστικό ηγεμονισμό.

Στη δεκαετία του 1970 του 20ού αιώνα παρατηρήθηκε ιδιαίτερη έξαρση αριστερού και δεξιού εξτρεμισμού σε μια σειρά από χώρες της Ευρώπης και του κόσμου. Έτσι και στην Τουρκία, πέραν ορισμένων ακροαριστερών ομάδων, αναπτύχθηκε ένας σημαίνοντας ρόλος και δυναμική δραστηριότητα των ακραίων παντουρκιστικών οργανώσεων, μέσα στις οποίες η πρωτοκαθεδρία αναμφισβήτητα ανήκε στο κόμμα του παντουρκιστή ηγέτη και θεωρητικού Άλπαρσλαν Τουρκές, το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ). Η δημιουργία παραστρατιωτικής πτέρυγας μέσα στα όρια του ΜΗΡ, η έντονη προπαγάνδα υπέρ του φυλετισμού και ενός έξαλλου τουρκικού εθνικισμού και η αντιαριστερή (όχι αντισοβιετική) θέση είναι πάγια χαρακτηριστικά του ευρωπαϊκού φασισμού σε όλες τις αποχρώσεις του, που απλά στη δεκαετία του 1970, και υπό το βάρος των αριστερών ομάδων δράσης, βρήκε την αποκορύφωσή του στο ιδεολογικό και το πρακτικό πεδίο· ακόμη όμως και σήμερα αυτά είναι τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα του παγκόσμιου φασισμού, συμπεριλαμβανομένου και του παντουρκισμού. Δεν υπάρχει λοιπόν ιδεολογική διαφοροποίηση ανάμεσα στον παντουρκισμό και τα υπόλοιπα φασιστικά κινήματα της Ευρώπης και του κόσμου ολόκληρου. Άρα ο παντουρκισμός είναι η σύγχρονη μορφή του τουρκικού φασισμού.

Τα φασιστικά λοιπόν χαρακτηριστικά του παντουρκισμού μπορούν να συμπυκνωθούν στα παρακάτω σημεία:

1. Τάση προς τη «δίκαια» βία, με την δικαιολογία της αποκατάστασης της κοινωνικής γαλήνης και της αντιμετώπισης του αριστερού κινδύνου. Δημιουργούνται έτσι ομάδες παραστρατιωτικού χαρακτήρα από το ίδιο το κόμμα ή έστω με την ανοχή της κομματικής ηγεσίας.

2. Φυλετισμός και μη ανοχή των εθνικών μειονοτήτων, με σαφή εχθρότητα εναντίον τους. Καχυποψία επίσης απέναντι στον ξένο.

3. Έντονος αντιαριστερισμός, που στην περίπτωση πάντως του παντουρκισμού, όπως και σε περιπτώσεις φασιστικών κινήσεων άλλων χωρών, δεν λαμβάνει αντισοβιετικό χαρακτήρα. Είναι όμως αμείλικτος απέναντι στον εσωτερικό ακραίο κομμουνισμό, αναρχισμό και αριστερισμό.

4. Έλλειψη εμπιστοσύνης και συχνή κριτική της επίσημης εξουσίας και του πολιτικο-οικονομικού καθεστώτος. Ακόμη και όταν το κράτος προσλαμβάνει στοιχεία της ιδεολογίας του (όπως το τουρκικό κράτος έλαβε καθαρά παντουρκιστικά χαρακτηριστικά, ειδικά στην χάραξη της εξωτερικής του πολιτικής), η κριτική συνεχίζεται με την πεποίθηση βέβαια η κυβέρνηση να φτάσει σε ακόμη πιο προωθημένα στάδια υλοποίησης των φασιστικών παραμέτρων.

5. Υποκριτική ανοχή, ενίοτε ακόμη και προβολή, της θρησκείας, με διττό σκοπό· αφενός τη χρήση του θρησκευτικού παράγοντα ως μέσου προσέλκυσης νέων οπαδών και αφετέρου την αποφυγή μετωπικής ή άλλης σύγκρουσης με έναν ισχυρό θεσμό, όπως είναι το θρησκευτικό κατεστημένο. Αυτή η σύγκρουση διαφυλάσσεται για επόμενο στάδιο.

6. Έγνοια για τους συγγενείς πληθυσμούς, που βρέθηκαν καταδικασμένοι να ζουν σε ξένα, και μερικές φορές εχθρικά, κράτη. Οδηγούμαστε έτσι αθέλητα στην εδαφική διεκδίκηση, που ξεκινά φυσικά πρώτα με «αθώα» αιτήματα: πολιτισμικά δικαιώματα, αναγνώριση μειονότητας εθνικού χαρακτήρα, μερική αυτονομία κ.ά.

7. Αντιδιανοουμενισμός, αφού οι πνευματικοί κύκλοι θεωρούνται παρασιτικοί και αδρανείς, άχρηστοι για πρακτική δράση ουσίας. Τους δικούς του διανοούμενους ο φασισμός απλά τους ανέχεται· παίρνονται μέτρα τέτοια, έτσι ώστε αυτοί να μη μπορούν να καταλάβουν καίριες θέσεις στον κομματικό ή τον κρατικό μηχανισμό (προτιμάται ο στρατιωτικός από τον φιλόσοφο).

8. Λαϊκισμός, πίσω από τον οποίο όμως κρύβεται έντεχνα η περιφρόνηση στο λαό και τις «άβουλες μάζες», που δεν είναι σε θέση να κατανοούν τα πραγματικά προβλήματα του κράτους και της κοινωνίας. Ο κάθε φασιστικός ολοκληρωτισμός εγκαθίσταται στο όνομα του λαού, εφόσον απαραίτητη προϋπόθεση είναι και η καταδίκη των κομμάτων, που χωρίζουν το λαό σε φράξιες.

Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά του παγκόσμιου φασισμού τα αποδέχεται και τα προπαγανδίζει ο παντουρκισμός, αποδεικνύοντας μ’ αυτόν τον τρόπο ότι όντως αποτελεί ένα φασιστικό ιδεολόγημα, με τα δικά του βέβαια ξεχωριστά τουρκικά γνωρίσματα.


ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΟΝ 21Ο ΑΙΩΝΑ


Διαπνεόμενη από το πνεύμα του παντουρκισμού η τουρκική εξωτερική πολιτική του 21ου αιώνα θα συνεχίσει να βαδίζει πάνω στην οδό που χάραξε κατά τον προηγούμενο αιώνα. Αυτό αποδεικνύεται από ένα απλούστατο παράδειγμα: ακόμη και μετά το οριστικό τέλος του ψυχρού πολέμου το 1989-1990 η τουρκική εξωτερική πολιτική προσαρμόστηκε βέβαια στα νέα διεθνή δεδομένα, κρατώντας όμως ως παρακαταθήκη όλη τη νοοτροπία της περιόδου που προηγήθηκε, δείχνοντας έτσι ότι τα προτάγματα και τα οράματα του παντουρκισμού είναι διαχρονικά και δεν εξαρτώνται άμεσα από τις συνθήκες που επικρατούν σε παγκόσμια και τοπική κλίμακα. Έχοντας υπόψη πως η τουρκική διπλωματία και στρατηγική σχεδιασμού γεωπολιτικής βρίσκονται καθ’ ολοκληρία στα χέρια ενός σταθερού συμπλέγματος εξουσίας, που είναι κυρίαρχο μέσα στον στρατό και τις υπηρεσίες πληροφοριών και ασφαλείας, η παντουρκιστική συμπεριφορά αυτής της πολιτικής είναι αδύνατο να αλλάξει μέσα στις συνθήκες αυτές· μπορεί να αλλάξει μόνο με έναν τρόπο, αυτόν της πολιτικής και κοινωνικής επανάστασης μέσα στην Τουρκία.

Το κυρίαρχο λοιπόν στρατιωτικό-ασφαλίτικο κατεστημένο της Τουρκίας έχει ήδη θέσει τους στόχους του και για τον 21ο αιώνα, έχοντας πάντα υπόψη πως πέτυχε απόλυτα εκείνους που είχε θέσει για τον προηγούμενο (οι στόχοι εκείνοι τέθηκαν αμέσως μετά την πτώση της οθωμανικής αυτοκρατορίας). Οι γεωπολιτικοί στόχοι της Τουρκίας στον 21ο αιώνα είναι πολλαπλοί και πολυδιάστατοι. Αφορούν μια επαρκή και σχετικά μεγάλη γκάμα εν μέρει στόχων, που από τη φύση τους εξαπλώνονται σε όλες τις γεωγραφικές κατευθύνσεις. Η κυρίαρχη βέβαια επιδίωξη είναι η γνωστή παντουρκική θέληση για κυριαρχία στον χώρο της Ευρασίας, με τρόπο τέτοιο ώστε η Τουρκία να καταστεί μία από τις ηγεμονικές δυνάμεις του πλανήτη και σκοπό απώτατο την τουρκική υπεροχή σε παγκόσμιο πια επίπεδο· για να συμβεί κάτι τέτοιο, η Τουρκία έχει προσδώσει ιδιαίτερη προσοχή στην ενίσχυση του στρατού της (ως έμψυχο δυναμικό και υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα), την προοπτική απόκτησης πυρηνικής ομπρέλας (όταν οι συνθήκες καταστήσουν επιτρεπτό κάτι τέτοιο), την περαιτέρω ενίσχυση του διπλωματικού της σώματος που να περιλαμβάνει και προγραμματισμό οικονομικής διείσδυσης σε κράτη της ευρύτερής της περιφέρειας, την εφαρμογή προώθησης διαστημικών συστημάτων πρωταρχικά με δορυφόρους και ύστερα με ευρείς σχεδιασμούς διαστημικής έρευνας και τέλος τη διεύρυνση των μεθόδων της αρμόδιας αρχής απόκτησης εξωτερικών πληροφοριών.

Πρώτιστος σκοπός της Τουρκίας στις νέες παγκόσμιες συνθήκες είναι η απόκτηση ελεύθερης εξόδου στο Αιγαίο, κάτι που εξαιτίας της ελληνικής επικυριαρχίας στα νησιά της κλειστής αυτής θάλασσας δεν είναι σήμερα εφικτό. Όσο δεν έχει πρόσβαση στο Αιγαίο η Τουρκία θα αισθάνεται μόνιμα «σφιγμένη» και καθηλωμένη σε μια πολιτική με βάση τη στεριά. Είναι λοιπόν καταδικασμένη να στερείται μιας πιο «ανοιχτής» πολιτικής που προσφέρει η έξοδος προς ευρείς θαλάσσιες οδούς και αυτήν την εις βάρος της «αδικία» η Τουρκία θα φροντίσει να τη διορθώσει, λαμβάνοντας μέτρα τέτοια που να επιτρέψουν αρχικά την κοινή με την Ελλάδα συνεκμετάλλευση του Αιγαίου και σε ύστερη φάση την απορρόφηση από τον τουρκικό κρατικό κορμό.

Η κατάληψη της Κύπρου, λόγω και της καίριας γεωστρατηγικής της θέσης, αποτελεί άλλον έναν βασικό στόχο της τουρκικής γεωπολιτικής για τον 21ο αιώνα. Ανεξάρτητα από τα σχέδια επίλυσης του κυπριακού ζητήματος, η Κύπρος θα παραμείνει πάντοτε ευάλωτη στις τακτικές δυνάμεων που θα αποσκοπούν στον έλεγχο της νευραλγικής περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου. Εξάλλου θα είναι «δώρο άδωρο» για την Τουρκία να κατορθώσει μία ημέρα να αποκτήσει την πολυπόθητη έξοδο στην δυτική της θάλασσα (το Αιγαίο), χωρίς παράλληλα να έχει καταφέρει να καταλάβει τον επίσης ζωτικό γι’ αυτήν χώρο που βρίσκεται στο πέλαγος που κείται στα νότιά της· αυτός ο ζωτικός χώρος είναι η Κύπρος.

Η διείσδυση στα τουρκογενή κράτη που προέκυψαν από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης είναι επίσης θεμέλιος στόχος της τουρκικής γεωπολιτικής αφού απ’ τη μια της εξασφαλίζει την τόσο αναγκαία επιρροή στο ίδιο το κέντρο της ευρασιατικής υπερ-ηπείρου κι απ’ την άλλη μ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργεί μια αληθινή τουρκική μεγάλη πατρίδα, που θα μπορεί άνετα να λάβει την μορφή είτε συνομοσπονδίας όλων των τουρκικών χωρών, είτε μιας τεράστιας παντουρκικής ένωσης κρατών. Όλα αυτά με απώτατο σκοπό πάντα την ίδρυση του ενωμένου Τουράν, που θα σηματοδοτεί τη νέα τουρκική Ευρασία.

Οι χώρες της βαλκανικής χερσονήσου αποτελούν επίσης στόχο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής του κοντινού μέλλοντος. Η εκπληκτικών διαστάσεων οικονομική της διείσδυση, που συναγωνίζεται επάξια τα δυτικοευρωπαϊκά και αμερικανικά κεφάλαια, αποτελεί σαφή ένδειξη της πρόθεσής της αυτής. Ειδικότερα στις χώρες, όπου υπάρχουν τουρκικοί μουσουλμανικοί πληθυσμοί, όπως είναι η Βουλγαρία με 1.5 εκατομμύρια επίσημα αναγνωρισμένους Τούρκους στην επικράτειά της, η τουρκική πολιτική εξάπλωσης θεωρείται επιτακτική ανάγκη.

Ο ρόλος της στη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία είναι επίσης μέγιστης σημασίας και την καθορίζει ως την κύρια αντιαραβική αιχμή (μαζί με το Ισραήλ). Έτσι περιστασιακά αποτελεί «πιστό» σύμμαχο είτε της Γερμανίας και της Μεγάλης Βρετανίας παλαιότερα, είτε των ΗΠΑ σήμερα. Πιο σταθερή όμως είναι η συμμαχία της με το Ισραήλ, με την περίφημη μάλιστα διαμόρφωση του στρατιωτικού άξονα μεταξύ τους από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 έλαβε ξεκάθαρο αντιαραβικό, αλλά και αντιμουσουλμανικό χαρακτήρα. Με την τακτική της να ακολουθεί την εκάστοτε πλανητική υπερδύναμη, εξυπηρετώντας στο έπακρο τα συμφέροντά της στην μείζουσα αυτή περιοχή, η Τουρκία κερδίζει χρόνο και «πόντους» στην πορεία της πάντοτε προς την δική της ενδυνάμωση και μελλοντική ηγεμονία στην Ευρασία.

Στόχος λοιπόν της σύγχρονης τουρκικής γεωπολιτικής είναι η δημιουργία τουρκικού υπερκράτους κατά μήκος του δρόμου του μεταξιού, που διασχίζει το ευρασιατικό έδαφος απ’ άκρου εις άκρου. Το τουρκικό ευρασιατικό υπερκράτος, που θα διεκδικήσει για λόγους συγκεκριμένους και ρεαλιστικούς τον τίτλο της παγκόσμιας υπερδύναμης, θα εκτείνεται από την Αδριατική θάλασσα ως το Σινικό τείχος, υλοποιώντας έτσι το παντουρκικό όνειρο για την ανύψωση της τουρκικής φυλής στην ηγεμονία του πλανήτη. Το τουρκικό αυτό όνειρο αποτελεί και τον μεγαλύτερο εφιάλτη και απειλή για τις χώρες που βρίσκονται και στις τέσσερεις πλευρές του τουρκικού ορίζοντα…


153 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων
bottom of page