10.3.2013
Του Ησαΐα Κωνσταντινίδη
Ταλανίζει ακόμα την πολιτική ζωή της χώρας μας το μείζον σκάνδαλο που ακούει στο όνομα «υπόθεση Siemens». Πιθανόν, μάλιστα, το θέμα που προέκυψε με τις δοσοληψίες του γερμανικού επιχειρηματικού κολοσσού με το πολιτικάντικο σύστημα των Γραικύλων να αποδειχτεί στο τέλος ως ο καταλύτης εκείνος που οδήγησε στον θάνατο της μεταπολιτευτικής περιόδου. Και, γνωρίζουμε άριστα, όταν στο ιστορικό προτσές κάτι «πεθαίνει», αυτόματα «γεννιέται» κάτι άλλο, κάτι το εντελώς καινούριο, που ανανεώνει ριζικά την εκάστοτε κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα.
Έτσι και σήμερα πάνω στο κουφάρι του μεταπολιτευτικού γραικυλισμού, που έστειλε την Ελλάδα στα «Τάρταρα» του Άδη, αναδύεται μια Νέα Εποχή: με νέα πρόσωπα, νέες δομές και νέες νοοτροπίες. Ο ελληνισμός θα πάρει και πάλι την ανοδική πορεία, έστω και μετά από μία ανείπωτη εθνική τραγωδία που θα προκαλέσουν οι εγωιστές του πολιτικαντισμού, οι οποίοι αρνήθηκαν να φύγουν «εν ειρήνη Κυρίου»! Ο φαύλος κύκλος της καταραμένης Μεταπολίτευσης άνοιξε με την κυπριακή τραγωδία, είναι δε μοιραίο (δυστυχώς) να κλείσει βυθίζοντας και πάλι στο πένθος το έθνος και τον λαό μας...
Η περιβόητη «υπόθεση Siemens», η οποία και είναι ενδεικτική της σύγχρονης παρακμής του ελληνικού έθνους, έχει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα μπορούσαμε επιστημονικά (με όρους κυβερνητικής επιστήμης) να αποκαλέσουμε ως «κύκλωμα». Είναι δε, το ελληνικό εφάμιλλο των άλλοτε βαλκανικών «πυραμίδων» της δεκαετίας του 1990, οι οποίες εμφανίστηκαν στις μετακομμουνιστικές κοινωνίες του απόλυτου χάους και της αναρχίας (αρχικά στη Βουλγαρία, έπειτα στην Αλβανία κτλ.). Εάν το «κύκλωμα Siemens» συγκριθεί σε μια προωθημένη έρευνα ως «μέγεθος», τότε είναι επακριβώς η ελληνική αναλογία των βαλκανικών «πυραμίδων». Ό,τι δε συνέπειες είχαν οι «πυραμίδες» για τις βαλκανικές κοινωνίες, και ακόμα χειρότερες, θα έχει η εν λόγω υπόθεση στην εξέλιξη του ιδιαίτερου ελληνικού πολιτικού και κοινωνικού γίγνεσθαι. Θα επιφέρει δηλ. μία απότομη και ξαφνική κατάρρευση ενός συστήματος, που δεν μπορεί πια να έχει «ανάστροφη σύνδεση» (πάντα με όρους κυβερνητικής...) και -υπερφορτωμένο όπως κατήντησε- είναι μοιραίο να καταρρεύσει με πάταγο! Αυτό ακριβώς το σχήμα που περιγράφουμε αποδέχονται οι πλέον προηγμένες υπηρεσίες πληροφοριών του πλανήτη και είναι (σύμφωνα με τις πληροφορίες μας) κάτι που αναμένουν να συμβεί από στιγμή σε στιγμή...
Ο δημοσιογράφος Τάσος Τέλλογλου συνέλαβε άριστα το όλο ζήτημα της Siemens. Στο βιβλίο του «Το Δίκτυο – Φάκελος Siemens» (που εκδόθηκε το 2009) δίνει περίπου την εικόνα που περιγράφουμε κι εμείς ως άνω, αν και εμείς χρησιμοποιούμε μία καθαρά επιστημονική μεθοδολογία. Γράφει στο βιβλίο του αυτό ο Τέλλογλου και τα εξής πολύ ενδεικτικά για τις «στενές επαφές τρίτου τύπου» ανάμεσα σε Siemens και ελληνικό πολιτικό σύστημα:
«Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1993, λίγο πριν από την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η διοίκηση του ΟΤΕ αγωνίζεται να κατακυρώσει τον διαγωνισμό 7753/23.7.1992 για ένα εκατομμύριο παροχές και 150.000 κυκλώματα, αρχικής αξίας ύψους 42 δισεκατομμυρίων δραχμών. Ο τότε πρωθυπουργός κ. Κ. Μητσοτάκης και ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας Στ. Μάνος έχουν αντιρρήσεις, πιστεύουν ότι πρέπει αυτό να γίνει από τη νέα διοίκηση του ΟΤΕ, που η κυβέρνηση Μητσοτάκη σκόπευε να ιδιωτικοποιήσει.
Τα στελέχη του τομέα τηλεπικοινωνιών της Siemens εκείνης της περιόδου διακινούσαν χρήματα σε πολιτικούς. Έτσι ένας από αυτούς πήγε μία φορά σε παραθαλάσσιο προάστιο της Αθήνας για να δώσει χρήματα σε κορυφαίο πολιτικό σε μερικές βαλίτσες. Η οικιακή βοηθός που τις παρέλαβε αποφάσισε να πάρει τη μία βαλίτσα με 1 εκατομμύριο μάρκα και να φύγει στις Φιλιππίνες όπου είχε γεννηθεί. Αλλά και στις εκλογές του 1990 ένα άλλο στέλεχος της Siemens θυμάται ότι η ΝΔ πήρε χρήματα από την ελληνική θυγατρική και στη συνέχεια απευθύνθηκε και στη μητρική εταιρεία στο Μόναχο. Η επανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία «μείωσε» καταρχήν τις δουλειές των δύο εταιρειών, που εξακολουθούσαν να δυσκολεύονται από τις ιστορίες του παρελθόντος.
Ταυτόχρονα, η διοίκηση του ΟΤΕ ανακαλύπτει διαφορές τιμών σε σχέση με εκείνες που της είχαν δοθεί το 1990 και ζητά από τους δύο ομίλους να πληρώσουν τη διαφορά. Η διαδικασία αυτή δρομολογήθηκε από τη διοίκηση του Πέτρου Λάμπρου το 1996, όταν διαπιστώθηκε ότι μεταξύ της σύμβασης του 1994 και των τιμών της περιόδου 1988-1990 υπήρχαν αποκλίσεις, τις οποίες η διοίκηση του οργανισμού κοστολογούσε στα 11 δισεκατομμύρια δραχμές (από 5,5 δισ. δραχμές για κάθε εταιρεία). Από την πλευρά τους οι δύο εταιρείες επέμεναν ότι στο διάστημα αυτό είχε αλλάξει η «γενιά» των προϊόντων και επομένως η βάση των υπολογισμών θα έπρεπε να είναι διαφορετική. Οι δύο εταιρείες υποστήριξαν, λοιπόν, ότι η διαφορά δεν είναι πάνω από 2-3 δισεκατομμύρια δραχμές. Η διαφορά οδηγήθηκε στα δικαστήρια, όπου βρίσκεται 13 χρόνια! (σ.σ. κάπως... μακρύ διάστημα ακόμα και για τα ελληνικά δεδομένα)».
Από το πολύ χαρακτηριστικό απόσπασμα που παραθέσαμε από το βιβλίο του Τέλλογλου για την υπόθεση της Siemens είναι εμφανές ότι η σύγχρονη ελληνική πολιτική ιστορία (βασικά από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και μετά) κινήθηκε γύρω από τη Siemens Α.Ε. Φαίνεται από αυτές τις λίγες και μόνο παραγράφους που διαβάσαμε ως άνω η απόλυτη διαφθορά του πολιτικού κόσμου της χώρας, αλλά και ο κυρίαρχος ρόλος που έπαιζαν στη χάραξη της εθνικής μας πολιτικής ξένοι επιχειρηματικοί κολοσσοί. Και δεν είναι καθόλου υπερβολικό να ειπωθεί ότι ακόμα και η πτώση μιας ολόκληρης κυβέρνησης, δηλ. εκείνης του Μητσοτάκη από τον Σαμαρά τον Σεπτέμβριο του 1993, είχε στο υπόβαθρό της τη συγκεκριμένη υπόθεση.
Τι μέλλει όμως γενέσθαι; Είναι παραπάνω από βέβαιο ότι βρισκόμαστε ενώπιον ενός καταιγισμού από εξελίξεις που καταφτάνουν. Με ρυθμό ραγδαίο. Και ότι το σάπιο σύστημα της Μεταπολίτευσης θα δεχθεί σύντομα ένα σαρωτικό χτύπημα, ξαφνικό αλλά αναπόφευκτο, που θα το ανατρέψει εκ θεμελίων!... Δεν είναι εξάλλου καθόλου ψέμα να ειπωθεί ότι στην ουσία πρόκειται για άταφο πτώμα. Και μάλιστα μέσα σε φέρετρο. Απομένει μόνο κάποιος να δώσει τη χαριστική βολή. Είναι αρκετά πιθανό, σύμφωνα και με τις τελευταίες παρασκηνιακές εξελίξεις, αυτό να γίνει ακριβώς εξαιτίας της «υπόθεσης Siemens». Τα επερχόμενα γεγονότα αναμένονται συναρπαστικά.
Υπόθεση Siemens, μια παλιά ιστορία...
Όπως γράψαμε και πιο πάνω, γύρω από τον γερμανικό κολοσσό της Siemens δομήθηκε σε μεγάλο βαθμό το ίδιο το σύγχρονο πολιτικό σύστημα της χώρας μας. Βασικά αυτό ισχύει από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και έπειτα, αν και η ανάμειξη της εν λόγω επιχείρησης στα ελληνικά πράγματα είναι κατά πολύ παλαιότερη. Άλλωστε από την περίοδο 1989-1990 περίπου και μετά η Ελλάδα άρχισε να εισέρχεται σε μία νέου τύπου ψηφιακή-ηλεκτρονική εποχή, τόσο στις τηλεπικοινωνίες (ψηφιοποίηση των αναλογικών τηλεφώνων και κινητή τηλεφωνία) όσο και στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, με τους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Επρόκειτο για μία πραγματική «κοσμογονία» στο τοπίο της ενημέρωσης της πατρίδας μας και δεν είναι τυχαίο ότι σταδιακά, μετά το 1990, άρχισε να αλλάζει ο τρόπος ζωής των Ελλήνων, καθώς και οι αντιλήψεις τους για τον κόσμο...
Για τη Siemens και τη σχεσιολογία της με το ελληνικό πολιτικό σύστημα χύθηκαν κατά καιρούς τόνοι από μελάνι. Ειδικά την τελευταία πενταετία, με το δημόσιο ξέσπασμα του εν λόγω πολιτικο-οικονομικού σκανδάλου, ειπώθηκαν ακόμα και οι πλέον ακραίες και αντιφατικές μεταξύ τους απόψεις. Όμως η πραγματικότητα παραμένει. Και αυτή έχει να κάνει με την ίδια τη διαμόρφωση του σύγχρονου ελληνικού πολιτικού τοπίου μέσα από «υπόγειες» διαδρομές και στο ημίφως των παρασκηνίων: εκεί όπου τελικά γράφεται η πολιτική ιστορία του τόπου μας. Ειδικά δε, επί των ημερών μας το παρασκηνιακό γίγνεσθαι τείνει να είναι το μείζον και το κυρίαρχο στοιχείο σε ό,τι αφορά τη χάραξη της ίδιας της κεντρικής πολιτικής των ελληνικών κυβερνήσεων.
Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα, η υπόθεση Siemens αγγίζει... ακόμα και την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη τον Σεπτέμβριο του 1993! Θεωρείται δηλ. ως η αφορμή εκείνη που οδήγησε τον Αντώνη Σαμαρά και τους φίλους του να ρίξουν τότε την κυβέρνηση της ΝΔ, κάτι πάντως που παρουσιάστηκε από τον ιδρυτή της Πολιτικής Άνοιξης ότι σχετιζόταν με το Μακεδονικό ζήτημα.
Στην πραγματικότητα, το 1993 υπήρξε ένα πολύ κρίσιμο έτος σχετικά με την πορεία των αποκρατικοποιήσεων-ιδιωτικοποιήσεων στην Ελλάδα. Ο ΟΤΕ βρέθηκε ενώπιον της νέας εποχής στις τηλεπικοινωνίες και (αναπόφευκτα) αποτέλεσε το επίκεντρο των ραγδαίων εξελίξεων. Ολόκληρο το «μοιραίο» καλοκαίρι του 1993 πέρασε μέσα στην υπαρξιακή αγωνία για την κυβέρνηση της ΝΔ, μέχρι που τελικά τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου ήρθε το τέλος της. Στις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου του 1993 θριάμβευσε το ΠΑΣΟΚ υπό τον Ανδρέα Παπανδρέου και η χώρα βρέθηκε με ένα χρονικό άλμα και πάλι πίσω στο «βρώμικο ’89»...
Από τα βασικά πρόσωπα της υπόθεσης των γεγονότων του 1993 υπήρξε ο τότε υπουργός εθνικής οικονομίας Στέφανος Μάνος. Αυτός είχε επιφορτιστεί από τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη το τεράστιο όντως βάρος να «τρέξει» τις αποκρατικοποιήσεις-ιδιιωτικοποιήσεις τη διετία 1992-1994, αφού κατά το πρώτο ήμισυ της θητείας της (1990-1992) η κυβέρνηση εκείνη δεν είχε τολμήσει να κάνει καμία απολύτως ριζική αλλαγή σε κράτος και αγορά. Και παρ’ όλα αυτά είχε δεχθεί αφόρητο πόλεμο από την έξαλλη αντιπολίτευση ΠΑΣΟΚ και Αριστεράς, αλλά και από την ύπουλη εσωτερική αντίδραση (Έβερτ, Σαμαράς, Δήμας, Κανελλόπουλος). Ο πόλεμος αυτός κορυφώθηκε μετά το 1992, με συνέπεια τελικά το γκρέμισμα της κυβέρνησης από την εξουσία...
Για τον μεταρρυθμιστή και καινοτόμο πολιτικό Στέφανο Μάνο ο εξαιρετικός αναλυτής Γεώργιος-Στυλιανός Πρεβελάκης (καθηγητής στη Σορβόννη) γράφει, στο έργο του «Επιστροφή στην Αθήνα – Πολεοδομία και γεωπολιτική της ελληνικής πρωτεύουσας» τα εξής πολύ χαρακτηριστικά:
«Ο Στ. Μάνος είχε μια προέλευση διαφορετική από τους περισσότερους πολιτικούς, οι οποίοι κατά κανόνα ήσαν δικηγόροι ή συνδικαλιστικά στελέχη πριν γίνουν βουλευτές, ή προέρχονταν από τα λεγόμενα «τζάκια». Ερχόταν από τον κόσμο των επιχειρήσεων και υποστηριζόταν από την αποκαλούμενη «εθνική αστική τάξη». Νέος και με αξιόλογες σπουδές στο εξωτερικό, προσέφερε μια εικόνα υπουργού πολύ διαφορετική από την συνηθισμένη. Η ανεξαρτησία του από το πελατειακό σύστημα και τον πολιτικαντισμό ήταν αδιαμφισβήτητη».
Βεβαίως, το γραικύλικο πολιτικάντικο σύστημα απέβαλλε τον Μάνο από τις τάξεις του, αλλά και ως υπουργό τον εμπόδισε δύο φορές να αναμορφώσει την ελληνική πραγματικότητα. Την πρώτη φορά περί τα τέλη της δεκαετίας του 1970, όταν ο Μάνος χτυπήθηκε αλύπητα από τα εμπεδωμένα συμφέροντα του μικροκομματικού κατεστημένου, επειδή θέλησε ως υπουργός χωροταξίας να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα απεξάρτησης της Αθήνας από τον περιβαλλοντικό καρκίνο που την ταλαιπωρεί. Και τη δεύτερη φορά το 1993, όταν ο Μάνος και πάλι εμποδίστηκε να εφαρμόσει το τόσο φιλόδοξο πρόγραμμά του περί απαλλαγής του δημοσίου τομέα από το ανυπόφορο βάρος ζημιογόνων επιχειρήσεων. Πάντως, σήμερα οι πλέον αντικειμενικοί ερευνητές παραδέχονται ότι, εάν τελικά ο Μάνος είχε αφεθεί να πράξει τα όσα πρέσβευε, σήμερα η μεν ελληνική πρωτεύουσα δεν θα είχε το πρόβλημα του νέφους, η δε Ελλάδα δεν θα είχε φτάσει ποτέ στα πρόθυρα της πτώχευσης-χρεοκοπίας.
Όμως η υπόθεση της Siemens πηγαίνει ακόμα μακρύτερα από το 1993. Από το άρθρο του Βασίλη Νέδου (εφ. «Η Καθημερινή», 13 Ιουλίου 2008), με τίτλο «Ο 20ετής «εναγκαλισμός» Siemens-ΟΤΕ», είναι το παρακάτω ενδεικτικό απόσπασμα, που αναφέρεται στην κρίση της περιόδου 1989-1990:
«Το 1989, λίγο πριν από την εκλογική νίκη της Ν.Δ., ο εισαγγελέας ματαίωσε τη σύμβαση που είχε υπογράψει ο ΟΤΕ με τη γερμανική Siemens και την Intracom του κ. Σωκράτη Κόκκαλη. Μετά τις εκλογές, όμως, η υπόθεση πήρε άλλη τροπή. Η πολιτική αστάθεια και οι αλλεπάλληλες κυβερνήσεις δεν δημιουργούσαν προϋποθέσεις για τη σοβαρή αντιμετώπιση οποιουδήποτε ζητήματος. Στις 20 Δεκεμβρίου 1989 και στις 31 Ιανουαρίου 1990 υπογράφονται συμβάσεις του τότε, ακόμη, κρατικού ΟΤΕ, με τις δύο εταιρείες (Intracom και Siemens) συνολικού ύψους 31,5 δισεκατομμυρίων δραχμών.
Η δεύτερη σύμβαση οδήγησε τον τότε υπουργό Μεταφορών κ. Κεφαλογιάννη στα πρόθυρα της παραίτησης και σε παρασκηνιακή σύγκρουση με τον τότε πρόεδρο της Ν.Δ. κ. Κώστα Μητσοτάκη. Οπως περιγράφει στην «Κ» ο κ. Κεφαλογιάννης, πριν από την επικύρωση της σύμβασης, διαπίστωσε ότι «δεν επρόκειτο για την καλύτερη τεχνολογία αλλά και η τιμή ήταν διπλάσια απ’ ό,τι στην διεθνή αγορά». Λέει μάλιστα ότι εισηγήθηκε να πραγματοποιηθεί διαγωνισμός, τον οποίο, κατόπιν απόφασης του υπουργικού Συμβουλίου, ανέλαβε να υλοποιήσει μια τριμελής επιτροπή αποτελούμενη από τον κ. Κεφαλογιάννη, τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας κ. Γιώργο Γεννηματά και τον υπουργό Προεδρίας κ. Νίκο Θέμελη. Στη συνέχεια, όπως λέει ο κ. Κεφαλογιάννης, αντί να γίνει ο διαγωνισμός, «οι τρεις αρχηγοί (Κώστας Μητσοτάκης, Ανδρέας Παπανδρέου, Χαρίλαος Φλωράκης) περιφρόνησαν την Επιτροπή, δηλαδή το θεσμικό όργανο που κατά το Σύνταγμα είχε την αρμοδιότητα διαχείρισης αυτής της υπόθεσης».
Ο κ. Κεφαλογιάννης μετά από αυτή την εξέλιξη, αποφάσισε να παραιτηθεί. Γνωστοποίησε την πρόθεσή του στον πρωθυπουργό Ζολώτα, αλλά προτού προλάβει να καταθέσει την παραίτησή του, ο κ. Μητσοτάκης του ζητά να καθυστερήσει. Λίγες ημέρες αργότερα, συμπεριλαμβανομένου του κ. Κεφαλογιάννη, παραιτήθηκαν 16 υπουργοί της Οικουμενικής Κυβέρνησης με επίσημη αιτία τη διαφωνία που υπήρχε για τις κρίσεις των Ενόπλων Δυνάμεων».
Από το παραπάνω απόσπασμα είναι εμφανείς οι ρίζες της υπόθεσης Siemens. Πάντως, όλα όσα έρχονται τώρα στην επιφάνεια σχετικά με την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη το φθινόπωρο του 1993 είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσουν σε κάποιου είδους αναβίωση του παρελθόντος, σε ένα παράξενο “deja vu” της ιστορικής νομοτέλειας. Άλλωστε είναι γεγονός ότι τον Μάρτιο του 1994 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ κατακύρωσε τον περιβόητο διαγωνισμό για τον ΟΤΕ στη σύμπραξη Siemens-Intracom. Ίσως μάλιστα να αποτελεί ειρωνεία της μοίρας ότι σήμερα στη θέση του Μητσοτάκη του 1993 βρίσκεται το άτομο που τον έριξε από την πρωθυπουργία: ο Αντώνης Σαμαράς. Και ήδη λέγεται στο πολιτικό παρασκήνιο το φοβερό, ότι δηλ. όπως τότε ο Σαμαράς ανέτρεψε τον πολιτικό του «μέντορα» με αιχμή την υπόθεση Siemens, έτσι και τώρα με τις πληροφορίες που θα έρθουν στο φως της δημοσιότητας 20 χρόνια μετά για εκείνα τα γεγονότα, ο Σαμαράς θα έχει κι ο ίδιος ανάλογη τύχη: την πρόωρη πτώση του από την εξουσία...
Οι (...ναζιστικές) ρίζες της Siemens
Η Ελλάδα, μια χώρα που βγήκε βαριά λαβωμένη από έναν καταστροφικό Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και από έναν αδελφοκτόνο εμφύλιο, ήταν το 1949 μία χώρα παρηκμασμένη και υπανάπτυκτη. Ανάμεσα στα κράτη των Βαλκανίων ήταν αναμφίβολα η πλέον φτωχή και μίζερη... Ακόμα και η Αλβανία βρισκόταν τότε σε σχετικά καλύτερη θέση! Αυτό ήταν το αποτέλεσμα των δύο καταστρεπτικών για το έθνος ολοκληρωτισμών: του μαύρου φασισμού του Χίτλερ, που εξόντωσε τον ελληνισμό το 1941-44, και του ερυθρού κομμουνισμού του Στάλιν, που αιματοκύλισε την Ελλάδα το 1946-49...
Όμως αμέσως μετά άρχισε η ανασυγκρότηση! Στην Ελλάδα της δυστυχίας ήρθαν τα «πακέτα» της εποχής (Δόγμα Τρούμαν-Σχέδιο Μάρσαλ), αλλά και οι πολυεθνικές, βασικά της Δυτικής Ευρώπης και των ΗΠΑ, προκειμένου να χτίσουν τον νεώτερο «ελληνικό» καπιταλισμό. Πράγματι, οι ελληνικές κυβερνήσεις της εποχής προτίμησαν να ανοικοδομήσουν πλήρως τη χώρα, καταστρέφοντας όμως εντελώς το περιβάλλον, δίνοντας ώθηση στα δημόσια έργα και την ελληνική πατέντα της αντιπαροχής. Όμως θυσίασαν τις επόμενες γενιές, στον βωμό της ευημερίας της στιγμής, γι’ αυτό και αμέσως μετά το οικοδομικό «θαύμα» της Ελλάδας των δεκαετιών 1950-1980 η ελληνική οικονομία υπέστη καθίζηση...
Την εποχή εκείνη (αρχές δεκαετίας του 1950) στον ευρωπαϊκό χώρο «σταθμάρχης» των αμερικανικών συμφερόντων υπήρξε το κράτος της Δυτικής Γερμανίας. Τόσο σε οικονομικό όσο και σε κατασκοπευτικό επίπεδο, οι Δυτικογερμανοί κυβερνώντες δεν δίστασαν να θυσιάσουν ακόμα και τα γερμανικά εθνικά συμφέροντα, έτσι ώστε να επιτύχουν την «ανωτερότητα» του καπιταλιστικού κράτους τους έναντι του σοσιαλιστικού της Ανατολικής Γερμανίας. Η Δυτική Γερμανία έγινε λοιπόν έκτοτε η κύρια βάση των ιμπεριαλιστών των ΗΠΑ, που ήλεγχε τους υποϊμπεριαλιστικούς σταθμούς της περιοχής (π.χ. τις αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις στην Ελλάδα). Οι δολοφόνοι των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ έσπερναν το αίμα και τον τρόμο στο όνομα της... «ελεύθερης αγοράς» και της «φιλελεύθερης δημοκρατίας»!
Στο πλαίσιο αυτό οι ιμπεριαλιστές των ΗΠΑ, μαζί με τις δυτικές καπιταλιστικές πολυεθνικές επιχειρήσεις, θέλησαν να ελέγξουν και οικονομικά τον δυτικοευρωπαϊκό χώρο. «Με έναν σμπάρο, δυο τρυγόνια»! Διότι με τη διείσδυσή τους στην Ευρώπη, κατόρθωσαν αφενός να καθυποτάξουν κάθε οικονομική δραστηριότητα των δυτικοευρωπαϊκών λαών, ενώ παράλληλα υπονόμευαν την όποια ανάπτυξη και συνεννόηση των ανατολικοευρωπαϊκών εθνών με τους γείτονές τους. Διέσπασαν τον ευρωπαϊκό χώρο στα δύο («διαίρει και βασίλευε») και κατάφεραν να κρατήσουν την Ευρώπη σε μία κατάσταση ανωμαλίας επί σειρά δεκαετιών... Βασικοί υπεύθυνοι για την κατάσταση αυτή ήταν οι δωσίλογοι πολιτικάντηδες της «φιλελεύθερης δημοκρατίας», που στο όνομα του δήθεν «ελεύθερου κόσμου» διέπραξαν τα μεγαλύτερα εγκλήματα του Σατανά: σκότωσαν τις ψυχές των ανθρώπων!
Μία γερμανική επιχείρηση-«κολοσσός», η Siemens, έπαιξε τον ρόλο του «Δούρειου Ίππου» των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή της Ευρώπης αμέσως μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Κατόρθωσε να διεισδύσει, με τον αμερικανικό τρόπο εισοδισμού, σε κάθε αρμόδιο κλιμάκιο των κυβερνήσεων και του ιδιωτικού τομέα των εθνών-κρατών της Δυτικής Ευρώπης, έτσι που (συν τω χρόνω) κατέστη μία «αόρατη» παραεξουσία! Σε αρκετές χώρες της μετέπειτα ΕΟΚ βρήκε «Τσουκάτους» και «Μαντέληδες», προκειμένου να τους χρηματίσει αφειδώς και να κάνει καλά τη... δουλειά της!...
Ποια είναι όμως η Siemens; Και ποια η σχέση της με το καθεστώς του Αδόλφου Χίτλερ;... Η Siemens ιδρύθηκε από τον Βέρνερ φον Ζίμενς (Werner von Siemens) στο Βερολίνο το έτος 1847. Είναι από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στον κόσμο, απασχολώντας παγκοσμίως εκατοντάδες χιλιάδες υπαλλήλους, και έχει κυρίαρχη θέση σε ζητήματα ενέργειας, τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής. Συνδέθηκε με τη γερμανική εξουσία εξ αρχής, μάλιστα ιδιαίτερες υπήρξαν οι σχέσεις της με τον Αδόλφο Χίτλερ και το κόμμα του, το NSDAP, γι’ αυτό και το 1945 (μετά την πτώση του ηγέτη του Γ΄ Ράιχ) μετέφερε την έδρα της από το Βερολίνο στο Μόναχο...
Ήδη από τη δεκαετία του 1930 και την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία (το 1933) η Siemens συνεργάστηκε στενά και άψογα με το εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς! Πράγμα απολύτως λογικό, εφόσον στόχος του νέου τότε καθεστώτος ήταν η κυριαρχία του στις νέες τεχνολογίες και τη διαστημική έρευνα. Γι’ αυτό και προώθησε κάθε τι σχετικό και, ειδικά σε ό,τι αφορά τις νέες τεχνολογίες, η Siemens ήταν η πλέον ενδεδειγμένη για κάτι τέτοιο: κατείχε την απαραίτητη τεχνογνωσία, ενώ ήταν και η πλέον ισχυρή στον τομέα της τον καιρό εκείνο.
Ο τότε λοιπόν επικεφαλής της εταιρείας, ο Καρλ Φρίντριχ φον Ζίμενς (γόνος της γνωστής οικογένειας), έσπευσε αμέσως να στηρίξει το καθεστώς του Χίτλερ! Ένα καθεστώς που χρηματοδοτήθηκε τα μέγιστα από διάφορους «γίγαντες» της παγκόσμιας οικονομίας: όχι μόνο γερμανικούς, αλλά και αμερικανικούς, καθώς και... εβραϊκούς!!! Γι’ αυτό και οι «σκιές» σε ό,τι αφορά την πραγματική καταγωγή και τους αληθινούς σκοπούς του Αδόλφου Χίτλερ...
Όταν οι Γερμανοί Ναζί κατέκτησαν την Ελλάδα τον Απρίλιο του 1941, έσπευσαν (όπως ήταν φυσικό) να εγκαθιδρύσουν στη χώρα μία νέα οικονομική τάξη. Η Siemens έπαιξε σ’ αυτό το ζήτημα τον πλέον καθοριστικό ρόλο! Κατόπιν εντολής του ιδίου του Χίτλερ τα «πλοκάμια» της εταιρείας εξαπλώθηκαν σε χρόνο-ρεκόρ στην Ελλάδα και Γραικύλοι δωσίλογοι στελέχωσαν τα ηγετικά κλιμάκιά της. Ένας εξ αυτών ήταν και ο γιατρός Νικόλαος Χριστοφοράκος, γνωστός προδότης Ελλήνων αγωνιστών και κατάσκοπος των Γερμανών επί κατοχής! Γιος του είναι ο «γνωστός-άγνωστος» Μιχάλης Χριστοφοράκος, του οποίου το όνομα έγινε γνωστό τα τελευταία χρόνια λόγω της ανάμειξής του στο σύγχρονο σκάνδαλο της Siemens... Πατέρας και γιος Χριστοφοράκος εξυπηρέτησαν τα συμφέροντα όχι απλά της γερμανικής πολυεθνικής Siemens, αλλά και όλων όσων κρύβονται πίσω από τον γερμανικό (;) διαχρονικό εθνικοσοσιαλισμό!
Μία άλλη «μυστηριώδης» μορφή, που συνδέθηκε στον ελλαδικό χώρο με τη Siemens, είναι ο Ιωάννης Βουλπιώτης. Αυτός παντρεύτηκε μάλιστα την κόρη του ιδίου του Καρλ Φρίντριχ φον Ζίμενς, τη Χέρτα. Ο Βουλπιώτης έγινε ο εκπρόσωπος της εταιρείας στην Ελλάδα και, την ώρα που οι Έλληνες πέθαιναν τον χειμώνα του 1942-43 από την πείνα, γλεντούσε σε διάφορα «πάρτυ», «δεξιώσεις» και... «κοινωνικές υποχρεώσεις»... Κι όμως αυτούς τους αλήτες, Βουλπιώτη, Χριστοφοράκο και λοιπούς δωσίλογους, το «ελληνικό» κράτος μετά το 1944 όχι μόνο δεν τους καταδίκασε, αλλά τους απήλλαξε λόγω «αμφιβολιών»!
Η Siemens απασχόλησε την ελληνική κοινή γνώμη, με διάφορα σκάνδαλα, και τη δεκαετία του 1950. Ο γνωστός συνεργάτης των Γερμανών Ναζί, Κωνσταντίνος Καραμανλής, επιδόθηκε σε ανίερες δοσοληψίες μαζί της με το αζημίωτο! Το αποτέλεσμα ήταν η μεν οικογένεια του «εθνάρχη» να πλουτίσει με δις δραχμές (ή μάρκα...), χωρίς ποτέ να έχει δουλέψει κανένας από δαύτους, ο δε ελληνισμός να καταστεί δέσμιος για δεκαετίες ολόκληρες των συμφερόντων της Siemens και των όποιων απάνθρωπων ιμπεριαλιστών βρίσκονται από πίσω της...
Το 1974, αμέσως μετά τον ερχομό της καταραμένης Μεταπολίτευσης στην Ελλάδα, η Siemens εξαγόρασε την πασίγνωστη ελληνική εταιρεία οικιακών συσκευών «Πίτσος». Δεν είναι ακόμη ευρέως γνωστός ο ρόλος που έπαιξε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής σ’ αυτό το ξεπούλημα (εξάλλου και ο ίδιος υπήρξε «ρουφιάνος» των Γερμανών επί κατοχής και μαυραγορίτης!), όμως είναι αλήθεια ότι χάθηκε τότε μία σημαντική ελληνική επιχείρηση ηλεκτρικών κ.ά. ειδών, που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε σπουδαίο βραχίονα της ελληνικής πληροφορικής μετά το 1980! Όμως οι πολιτικοί της Μεταπολίτευσης δεν ήθελαν κάτι τέτοιο. Σκοπός τους: ο αφελληνισμός του τόπου! Τα υπόλοιπα είναι απλώς ιστορία...
Comments