23.3.2017
Του Ησαΐα Κωνσταντινίδη
Είναι οι σημερινοί Έλληνες απευθείας απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων; Υπάρχει φυλετική συνέχεια του ελληνισμού, ή όχι; Κατά πόσο το ελληνικό έθνος, δια μέσου των αιώνων, αναμείχθηκε με άλλα εθνοτικά στοιχεία; Ποιος ο βαθμός συγγένειας των Ελλήνων με τα γειτονικά, αλλά και πιο απομακρυσμένα, έθνη; Πρόκειται για ερωτήματα, τα οποία απασχολούν εδώ και χρόνια τους ανθρωπολόγους, τους ιστορικούς, και όχι μόνο. Διότι το ζήτημα της προέλευσης των Ελλήνων καθίσταται ένα ιδιαίτερα έντονο πολιτικό πρόβλημα, κυρίως στην εποχή μας, όπου η υπογεννητικότητα των Ελλήνων σε συνδυασμό με την αθρόα εισβολή μουσουλμάνων λαθρομεταναστών συνιστούν το περίφημο «δημογραφικό ζήτημα», θέτοντας το ελληνικό έθνος ενώπιον της τεράστιας πρόκλησης μιας πιθανής μελλοντικής του εξαφάνισης απ’ αυτόν τον πλανήτη…
Ο 93χρονος σήμερα Άρης Πουλιανός (γεννηθείς το 1924 στην Ικαρία) είναι ο γνωστότερος, και ο πλέον διάσημος παγκοσμίως, Έλληνας ανθρωπολόγος των καιρών μας. Ο Πουλιανός μελέτησε το κρανίο του περίφημου «αρχανθρώπου των Πετραλώνων», που κατά την άποψή του υπήρξε ο απευθείας πρόγονος των σημερινών Ευρωπαίων. Το εύρημα βρέθηκε στο σπήλαιο των Πετραλώνων Χαλκιδικής, ο δε ξακουστός ανθρωπολόγος υπέθεσε ότι πρόκειται για λείψανο ηλικίας τουλάχιστον 700.000 ετών! Κάτι που, ασφαλώς, καταρρίπτει αμέσως τις επίσημες επιστημονικές, αλλά και θεολογικές, αντιλήψεις, οι οποίες και περιορίζουν την εμφάνιση του ανθρώπου πάνω στη Γη σε μερικές μόνο χιλιάδες έτη πριν από την εποχή μας…
Για τις εν γένει απόψεις του, ο Πουλιανός δέχθηκε έναν ανελέητο πόλεμο από το ίδιο το ελληνικό κράτος! Όπως η γνωστή αρχαιολόγος Λιάνα Σουβαλτζή δέχθηκε διώξεις από τους γραικύλους θολοκουλτουριάρηδες, επειδή στα μέσα της δεκαετίας του 1990 ισχυρίσθηκε ότι ανακάλυψε τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην όαση Σίουα της Αιγύπτου, έτσι και ο φημισμένος ανθρωπολόγος γνώρισε δικαστικές κτλ. περιπέτειες, επειδή οι «αρμόδιοι» της ελληνικής πολιτείας θέλησαν να διακόψει τις έρευνές του στη Χαλκιδική σχετικά με τις ρίζες των Ελλήνων και, γενικότερα, των Ευρωπαίων. Ο Πουλιανός κατήγγειλε τις εναντίον του μεθοδεύσεις και αθλιότητες και συνέχισε, όσο μπορούσε, τον αγώνα του για την αποκατάσταση της ιστορικής και επιστημονικής αλήθειας.
Κορυφαία επιστημονική μελέτη του Άρη Πουλιανού, με πολλαπλές εκδόσεις στη διάρκεια των δεκαετιών, αποτελεί το σύγγραμμά του με τίτλο «Η προέλευση των Ελλήνων». Το έργο αυτό αποτελεί μία μοναδική μελέτη στην ελληνική βιβλιογραφία, βασισμένη πάνω σε αναμφισβήτητα επιστημονικά στοιχεία και συμπεράσματα, για την ανθρωπολογική πραγματικότητα του ελλαδικού χώρου. Ο Πουλιανός μελέτησε διεξοδικά όλα απολύτως τα στοιχεία που συνθέτουν τον ανθρωπολογικό χαρακτήρα των Ελλήνων: από τον κεφαλικό δείκτη και το ύψος της μύτης έως το τρίχωμα και τη γενειάδα· και από το χρώμα του δέρματος και το λοβίο του αυτιού έως το πλάτος του προσώπου και το πάχος των χειλιών…
Όπως αναγράφει ο ίδιος ο Άρης Πουλιανός στο ανωτέρω κλασικό πλέον έργο του: «Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι οι σύγχρονοι Έλληνες είναι απόγονοι των αρχαίων λαών που αφομοίωσαν την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό. Το συμπέρασμα τούτο δεν αποκλείει την ύπαρξη άλλων επιδράσεων. Στη διαμόρφωση της ανθρωπολογικής σύνθεσης του πληθυσμού της Ελλάδας πήραν γενικά μέρος οι ανθρωπολογικοί τύποι της Πρόσω Ασίας, των Βαλκανίων και της Κεντρικής Ευρώπης. Η συμμετοχή των ανθρωπολογικών τύπων της Πρόσω Ασίας είναι περισσότερο αισθητή στα νησιά του Αιγαίου και κατά μήκος της Ανατολικής Ελλάδας, ενώ η συμμετοχή της βόρειας επίδρασης είναι πιο αισθητή στο τρίγωνο Δυτική Μακεδονία, Βόρεια Θεσσαλία, Ανατολική Ήπειρος. Η συμμετοχή αυτή κι απ’ τις δυο κατευθύνσεις χρονολογείται από τους προκλασικούς χρόνους. Επίδραση των ανθρωπολογικών τύπων της Ελλάδας παρατηρούμε και προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ιδιαίτερα αισθητή είναι η επίδραση του Θρακικού και του Αιγαιακού τύπου στη Δυτική Μικρά Ασία. Κι αυτή η επίδραση χρονολογείται επίσης από τους προκλασικούς χρόνους».
Για τη μεγάλη αξία της έρευνας του Άρη Πουλιανού, «Η προέλευση των Ελλήνων», αρμοδιότερος όλων να εκφέρει γνώμη ήταν ασφαλώς ο κορυφαίος σύγχρονος Έλληνας ανθρωπολόγος Ιωάννης Κούμαρης (1879-1970), ο οποίος είχε πει τα εξής για το ως άνω βιβλίο: «Πρόκειται περί ερεύνης γενομένης μετά πολλού κόπου, προς εξαγωγήν πορισμάτων κατά το δυνατόν ασφαλών, πολυτίμων οπωσδήποτε δια την χειμαζομένην Ανθρωπολογικήν Έρευναν… Και είναι αύτη μείζονος, μάλιστα διεθνούς αξίας δια την ελληνικήν αυτήν συμβολήν, εις ελληνικόν θέμα, γενομένη από διεθνούς βήματος»…
Το 1994 κυκλοφόρησε μία πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα, βασισμένη πάνω σε ανθρωπολογικά και ιστορικά στοιχεία, αλλά και με σαφή πολιτικά συμπεράσματα, που ετιτλοφορείτο «Η καταγωγή των Ελλήνων» και με συγγραφέα τον αείμνηστο Δημήτρη Δημόπουλο (1939-2007), εθνολόγο και πολιτικό μηχανικό. Όπως σημειώνεται στο οπισθόφυλλο της πρώτης έκδοσης, το έργο αυτό αποτελεί: «Εθνολογική έρευνα, που διαφωτίζει την άγνωστη προϊστορία του Ελληνισμού, τις διασυνδέσεις του με τους άλλους λαούς και την διαδρομή του στον χώρο και τους αιώνες. Επί τη βάσει συγχρόνων ανθρωπολογικών στοιχείων, διευκρινίζονται θέματα μειονοτήτων, επισημαίνονται οι σχέσεις με τους γειτονικούς λαούς και προβάλλονται οι ελληνικές απαιτήσεις για τις αλύτρωτες πατρίδες».
Επειδή ο Δημήτρης Δημόπουλος είχε εξετάσει ενδελεχώς το θέμα της ιδεολογικής συνείδησης και ταυτότητας του ανθρώπου στα έργα του «Η νέα τάξις» και «Το εθνικόν δόγμα», το ως άνω έργο του έχει μεγάλη σημασία, ακριβώς επειδή με αυτό ο στοχαστής ολοκλήρωσε μία ευρεία έρευνά του πάνω στις φυλετικές και συνειδησιακές ρίζες του σύγχρονου ελληνισμού. Ιδού τι αναγράφει πολύ χαρακτηριστικά ο ίδιος στο βιβλίο του «Η καταγωγή των Ελλήνων»:
«Καταγωγή και Συνείδησι πρέπει να συνυπάρχουν για την δόμησι Έθνους. Όταν συμβεί δύο κλάδοι της ίδιας φυλής να έχουν βιώσει επί μακρόν σε διαφορετικούς τόπους ή με διαφορετικές συνθήκες, τότε επόμενο είναι – παρά την ομοιότητα των χαρακτήρων τους – να έχουν δομήσει ξεχωριστές μνήμες, ξεχωριστή ιστορία, ίσως και ξεχωριστές γλώσσες και πολιτισμούς: θα έχουν δομήσει ξεχωριστά έθνη, παρά την φυλετική τους ταυτότητα. Γι’ αυτό λέγομε ότι και Καταγωγή και Συνείδησι αποτελούν δύο ισοβαρείς και απαραίτητους παράγοντες εθνικότητος. Στην μαθηματική γλώσσα θα λέγαμε ότι το ζεύγος αυτό των παραγόντων αποτελεί «αναγκαία και ικανή συνθήκη» για την ύπαρξι έθνους, ενώ ο καθένας απ’ αυτούς τους παράγοντες μόνος του αποτελεί μόνον «αναγκαία συνθήκη».
Όσο για την αξία της ελληνικής (αρίας) φυλής στον σχηματισμό της σημερινής ευρωπαϊκής φυλετικής-εθνολογικής πραγματικότητας; Γράφει ο Δημήτρης Δημόπουλος τα εξής πολύ ενδεικτικά: «Η Αρία-Ελληνική Αυτοκρατορία της προϊστορίας υπήρξε η αιτία, όχι μόνον για την γλωσσική σύγκλισι των λαών της Ευρώπης (στα πλαίσια της Ιαπετικής ομογλωσσίας), αλλά και για την φυλετική τους σύγκλισι. Αν λάβει κανείς υπ’ όψιν, ότι τα ευρωπαϊκά φύλα δεν είχαν μεταξύ τους καμία συγγένεια και κανένα κοινό πρόγονο μετά την εποχή του homo sapiens, γίνεται κατανοητή η Αρία φυλετική συμβολή: Έδρασε σαν συγκολλητική ουσία, καθιστώντας συγγενείς τους ευρωπαϊκούς λαούς μεταξύ τους! Οι Άριοι-Μεσογειακοί ανεμείχθησαν παντού με τα άλλα φύλα και σχημάτισαν τα σημερινά ευρωπαϊκά έθνη. Έτσι τα έθνη αυτά απέκτησαν, σε κάποιο βαθμό, και ελληνικό αίμα και ελληνικό ψυχισμό. Αυτή είναι η βαθύτερη αιτία του σημερινού ενιαίου Ευρωπαϊκού Πνεύματος, αλλά και της δομήσεως σήμερα της Ενιαίας Ευρώπης. Η Ενιαία Ευρώπη χτίζεται πάνω στα πανάρχαια αόρατα θεμέλια της Αρίας-Ελληνικής συμβολής – αφού όλοι οι Ευρωπαίοι είναι λίγο-πολύ και Έλληνες! Υπ’ αυτήν άλλωστε την έννοια μπορεί να αποκαλείται καταχρηστικώς «Αρία» και ολόκληρη η Ευρωπαϊκή φυλή».
Πάνω στο ζήτημα της καταγωγής των Ελλήνων, μεγάλος θόρυβος προκλήθηκε, όταν το 1983 κυκλοφόρησε το βιβλίο του αείμνηστου δικηγόρου, ιστορικού και λαογράφου Αριστείδη Κόλλια (1944-2000), με τίτλο «Αρβανίτες και η καταγωγή των Ελλήνων». Το έργο αυτό προξένησε ποικίλα σχόλια, κυρίως αρνητικά, με μερικούς επικριτές του συγγραφέα να φτάνουν στο σημείο να τον αποκαλέσουν ακόμα και… «πράκτορα των Αλβανών»! Αυτό, επειδή οι θέσεις του βιβλίου του υποστήριζαν την άποψη ότι Έλληνες και Αλβανοί είναι συγγενείς λαοί, ενώ οι δεύτεροι διατηρούν στη γλώσσα, τα ήθη και έθιμά τους, αλλά και στην καταγωγή τους τα πλέον κοντινά στους αρχαίους προγόνους μας στοιχεία.
Στο έργο του αυτό, ο Αριστείδης Κόλλιας -με επίκεντρο πάντοτε τον αρβανίτικο πληθυσμό- κάνει πλήρη μελέτη των ανθρωπολογικών, κοινωνιολογικών και ιστορικών στοιχείων της εξέλιξης του ελληνικού έθνους, από τα χρόνια της προϊστορίας έως και τις ημέρες μας. Αν και «αιρετικά», εν τούτοις τα συμπεράσματά του είναι λίαν πρωτότυπα και ενδιαφέροντα. Ο ίδιος δεν κρύβει την προτίμησή του προς την αρχαία θρησκευτική διάσταση του ελληνισμού, απορρίπτοντας την ορθόδοξη χριστιανική του μετεξέλιξη, κάτι που τον κατέστησε μάλλον αντιδημοφιλή μεταξύ των κύκλων της επίσημης Εκκλησίας και των Χριστιανών εν γένει…
Πώς έφτασε ο Αριστείδης Κόλλιας στο σημείο να μελετήσει τις απαρχές του ελληνισμού υπό το «πρίσμα» των Αρβανιτών; Μας το εξηγεί ο ίδιος στον πρόλογο του ως άνω βιβλίο του, γράφοντας ανάμεσα σε άλλα και τα εξής:
«Μέσα στην καρδιά του Ελληνισμού, στην Ελλάδα, έχει γίνει μια μακρόχρονη προσπάθεια, να «θαυτεί» κάθε τι το Ελληνικό. Αλλά γιατί να είναι οι πρωτοθαμένοι οι Αρβανίτες; Τι σχέση έχουν με τον Ελληνισμό; Οι ληξιαρχικές πράξεις των νεκροθαυτών, μάς βεβαιώνουν ότι οι Αρβανίτες είναι μια «μειονότητα» στον Ελληνικό χώρο. Γιατί λοιπόν να είναι αυτοί πρώτοι στη μπούκα του κανονιού τους; Σπρώχτηκα έτσι αυτόματα, να εξετάσω τη σχέση των Αρβανιτών με τους Έλληνες, αρχίζοντας από τους Έλληνες των προκλασικών χρόνων και δίνοντας την αποφασιστική βαρύτητα σ’ αυτούς που αποδεδειγμένα και πέρα από κάθε αμφισβήτηση ήσαν οι Έλληνες».
Comments