5.4.2022
Του Ίωνος Φιλίππου
Ο μέγας σταθμός του στοχασμού στην μεσημβρία του Μυθικού πολιτισμού των Ελλήνων είναι ο μεγαλύτερος στοχαστής των αιώνων, ο Ηράκλειτος. Ο Ηράκλειτος βιώνει την ενότητα Λόγου και Κόσμου: “Ουκ εμού αλλά του Λόγου ακούσαντας ομολογείν σοφόν εστίν, Εν Πάντα είναι” (Diels, 50). [Λόγος+ Πάντα (Κόσμος)= Έν], Λόγος (Όντα-Υποκείμενα) και Κόσμος (Πράγματα-Αντικείμενα) είναι Έν. Στον στοχασμό του δεν υπάρχει η διάκριση Υποκειμένου-Αντικειμένου, τα Όντα και τα Πράγματα συντήκονται δημιουργώντας την Αντικειμενική Πραγματικότητα, το Είναι το οποίο είναι το φωτοστέφανο του Όντος. Η Ενότητα του Ηρακλείτου διαταράσσεται από την δογματική Ταυτότητα του Παρμενίδη. “Το γαρ αυτό Νοείν, εστίν τε και Είναι”. Για πρώτη φορά στον στοχασμό Νοείν και Είναι, Λόγος και Κόσμος, Υποκείμενο και Αντικείμενο, ταυτίζονται μεν αλλά δεν συγκροτούν Έν, μα Διπλόη. Το Είναι ως φωτοστέφανο των Όντων εντός του οποίου λούονται τα Πράγματα σκοτίζεται και ανάμεσα τους παρεμβάλλεται η ανυπαρξία του Μηδενός. “Το μη-Όν δεν υπάρχει”. Είναι Δύο αλλά ταυτίζονται, οπότε η τεταραγμένη Αντικειμενική Πραγματικότητα Λόγου και του Κόσμου παραμένει παρούσα αλλά όχι αλώβητη. Εκείνος που πρώτος προβαίνει στην διάκριση Λόγου και Κόσμου εισάγοντας τον δυισμό στον Στοχασμό ο οποίος εκείθεν αποκαλείται Φιλοσοφία, είναι ο Πλάτων. Από τον Πλάτωνα και εντεύθεν το Είναι αφανίζεται και βαθμιαίως περιπίπτει στην Λήθη. Με τον Πλάτωνα δεν υπάρχει πλέον Είναι καθ’ εαυτό αλλά Είναι των Όντων δηλονότι Ουσία. Τα Όντα και τα Πράγματα, το Υποκείμενο και το Αντικείμενο διαχωρίζονται ριζικά. Εν τούτοις η σχέση τους παραμένει και η Αντικειμενική Πραγματικότητα διασώζεται. Είναι οι Ιδέες, τα όντως όντα Όντων και Πραγμάτων και η μέθεξη των δευτέρων στις πρώτες. Για τον Πλάτωνα οι Ιδέες είναι οι Ουσίες των Όντων και των Πραγμάτων δηλονότι είναι τα αληθή Όντα. Τοιουτοτρόπως η ενότητα Λόγου και Κόσμου διασώζεται μέσα στην Πολικότητα (μέθεξη-κοινωνία) των Όντων και των Πραγμάτων του Κόσμου και των όντως Όντων του Λόγου, των Ιδεών. Εκείνος που επιφέρει την ριζική διάκριση, την διάσπαση Λόγου και Κόσμου, Όντων και Πραγμάτων, Υποκειμένου και Αντικειμένου είναι ο Αριστοτέλης, καθελκύοντας την Ουσία μέσα στα Όντα και τα Πράγματα: “Η Ουσία είναι εντός των Όντων και των Πραγμάτων των οποίων είναι Ουσία”. Ο Αριστοτέλης επιφέρει στον στοχασμό την οριστική πρώτη Λήθη του Είναι, εισάγοντας την Μεταφυσική. Η διαφορά της Μεταφυσικής του Αριστοτέλη από την πρότερη πλατωνική Φιλοσοφία και τον προ-πλατωνικό Στοχασμό που τον καλούμε Οντολογία είναι ότι στην Μεταφυσική, Λόγος και Κόσμος, Υποκείμενο και Αντικείμενο, έχουν ανεπανόρθωτα διχασθεί. Εκείθεν, ο Λόγος του Αριστοτέλη δεν είναι πλέον ο Νους ήτοι το πλατωνικό Αγαθόν που κείται επέκεινα της Ουσίας, αλλά ο Λόγος του Υποκειμένου δηλαδή ο Λογισμός της Διανοίας.
Τούτων ένεκα, για τον Αριστοτέλη ανακύπτει ένα μείζον πρόβλημα. Μετά τον διαχωρισμό Λόγου και Κόσμου πώς διασώζεται η Αντικειμενική Πραγματικότητα του Κόσμου αφού ο Λόγος του Κόσμου (Νους), το φωτοστέφανο του Είναι, δηλαδή η συγκολλητινογόνος ουσία των αρμών του Κόσμου κείται εκτός του Κόσμου; Αφού τα Όντα και τα Πράγματα είναι διακεκριμένα αλλήλων τουτέστιν Υποκείμενα και Αντικείμενα καθ’ εαυτά (ενόσω η ουσία τους βρίσκεται εντός τους) άρα μεταξύ των υφίσταται Ουδετερότητα. Πώς διασώζεται τότε η κοσμική ενότητα τους; Ποιος είναι ο κάνναβος (καμβάς) επί του οποίου συγκροτούν και συγκρατούν την παρουσία τους;
Ιδού γιατί ο Αριστοτέλης είναι αναγκασμένος να δημιουργήσει το Όργανον για να διασώσει την ενότητα του Κόσμου πέραν του Λόγου του. Οι πέντε Λογικές Αρχές του Αριστοτελικού Οργάνου ανασυγκροτούν την απολεσμένη Αντικειμενική Πραγματικότητα ενός Κόσμου που είναι στερημένος του Λόγου του. Η εκτατική Αρχή του Αιτιώδους Συνδέσμου είναι ο κανόνας σύνδεσης των Αντικειμένων μεταξύ τους μέσω της Αιτίας. Οι εντατικές Αρχές της Ταυτότητας, της Αντίφασης και του Αποκλειομένου Τρίτου είναι ο κανόνας σύνδεσης των Υποκειμένων με τον εαυτό τους και μεταξύ τους και τέλος η Αρχή του Αποχρώντος Λόγου είναι ο κανόνας σύνδεσης μέσω της τελολογίας του σκοπού των Υποκειμένων με τα Αντικείμενα. Και ιδού ο κάνναβος της Αντικειμενικής Πραγματικότητας δηλαδή του Κόσμου μετά την στέρηση του Λόγου, ανασυστημένος εκ νέου εντός της αριστοτελικής Μεταφυσικής. Εν τούτοις ο κάνναβος των Λογικών Αρχών δεν συνιστά παρά την Νομοτέλεια υπό την οποία Όντα και Πράγματα φανερώνονται στον Κόσμο. Είναι ο καμβάς του Κόσμου που αναμένει την δημιουργία του Έργου Τέχνης δηλονότι της Μορφής!
Στερημένο του Λόγου του Κόσμου, το ορφανό Υποκείμενο δεν έχει πλέον ως όργανο κοινωνίας και μετάληψης του Κόσμου το Ηρακλείτειο Φωτοστέφανο του Είναι, παρά μόνον τον Εαυτό του δηλονότι το ψήγμα του Λόγου εντός του, την Διάνοια. Μέσω της Διανοίας και μόνο πρέπει να επικοινωνήσει με τα Όντα (Υποκείμενα) και τα Πράγματα (Αντικείμενα) και να σχεδιάσει τοιουτοτρόπως το Έργο Τέχνης της Μορφής επί του καννάβου του Κόσμου. Πως όμως προσλαμβάνονται οι πέντε Λογικές Αρχές της Αντικειμενικής Πραγματικότητας από τη Διάνοια του Υποκειμένου ώστε να δημιουργήσουν την παράσταση δηλονότι την Μορφή του Κόσμου; Και ιδού ο μέγας Αριστοτέλης εισηγείται τις Κατηγορίες και τις Έννοιες. Η Ουσία (Essence-Essenz) λέγει ο Αριστοτέλης δεν συγκροτεί το Όν αυτοτελώς. Διότι τότε το Όν θα αδυνατούσε να βγει από τον Εαυτό του κάνοντας χρήση της Νομοτέλειας των Λογικών Αρχών. Εν τούτοις το Όν που δεν μετέχει του Λόγου δια των Ιδεών (Πλάτων), κοινωνεί τον Κόσμο δια των Κατηγοριών και των Εννοιών! “Το Όν λέγεται πολλαχώς”, τουτέστιν διαλέγεται ποικιλοτρόπως με τον έξωθεν Κόσμο δια των Κατηγοριών και των Εννοιών που σχηματίζει η Διάνοια. Οι εννέα Κατηγορίες που συνοδεύουν την Ουσία είναι: Ποσόν-Ποιόν-Σχέση-Τόπος-Χρόνος-Θέση-Ποιείν-Πάσχειν-Έχειν.
Κάθε μια από τις Κατηγορίες αυτές συνδέεται με την Ουσία ως Έννοια δηλονότι ως καθ’ έκαστον Κατηγόρημα ή επί το φιλοσοφικότερον Συμβεβηκός, όταν ταυτοποιηθεί ως Όνομα- Ορισμός-Γένος-Είδος-Ειδοποιός Διαφορά. Οι Κατηγορίες και οι Έννοιες ακτινοβολούν την Ουσία του Υποκειμένου προς τον Κόσμο και δημιουργούν την Σχέση με τα έτερα Υποκείμενα και τα Αντικείμενα του. Το όλον, Ουσία + Συμβεβηκότα είναι το πρόπλασμα, το γονίδιο της Δημιουργίας του Έργου Τέχνης που ονομάζεται Μορφή και που σύμφωνα με τις πέντε Λογικές Αρχές διακοσμεί τον κάνναβο του Κόσμου. Το γονίδιο αυτό δημιουργίας του Έργου Τέχνης του Κόσμου, είναι η Υπόσταση (Substanz, Substance), η οποία αποτελεί την μέγιστη συμβολή του Αριστοτέλη στην Μεταφυσική. Άρα: Υπόσταση = Ουσία + Συμβεβηκότα. Όπως θα δούμε περαιτέρω, η σύγχυση Ουσίας και Υπόστασης (Essenz και Substanz) απετέλεσε την μεγαλύτερη φιλοσοφική παρανόηση της Δύσης, η οποία δια μέσου της παρερμηνείας του Αριστοτέλη, απετέλεσε την αιτία της ριζικής διάστασης και τελικά διάσπασης ανάμεσα στον Δυτικό (Λατινικό και Τευτονικό) και τον Ανατολικό (Ελληνικό και Ρωμαϊκό) Χριστιανικό πολιτισμό.
Εν τούτοις η Μεταφυσική σηματοδοτεί την πλέον κρίσιμη καμπή στον φιλοσοφικό στοχασμό, διότι αν αμελήσουμε τις ελληνιστικές τροπές και εκτροπές της (Στωικισμός, Ηδονισμός, Κυνισμός, Σκεπτικισμός), αποτελεί την γέφυρα μεταγωγής από τον Μυθικό πολιτισμό των Ελλήνων στον Χριστιανικό πολιτισμό της Ευρώπης. Εν αντιθέσει με ό,τι πιστεύεται κοινά, ο επερχόμενος Χριστιανικός πολιτισμός δεν είναι Θεοκεντρικός αλλά Γεωκεντρικός. Ο αποϊεροποιημένος Κόσμος του Χριστιανισμού κατ’ ουσίαν δεν αφανίζεται, αλλά ανέρχεται στον Ουρανό συναντώντας τον Λόγο, αφήνοντας έρημο τον άνθρωπο στην Γαία. Η Ηρακλείτεια τριάς, Έν-Λόγος-Κόσμος μεταπίπτει στην Αγία Τριάδα συστήνοντας τα τρία της Πρόσωπα. Έν-Πατήρ, Λόγος-Υιός, Κόσμος-Πνεύμα το Άγιον ή εν συνόλω και εν ενότητι, Θεός. Εκείνος που αποκαλεί τον Χριστιανισμό, Ιουδαιοχριστιανισμό, είναι φιλοσοφικά αστοιχείωτος. Ο Ιησούς ως περιτετμημένος είναι Ιουδαίος και ο Χριστός είναι το οικουμενικό αρχέτυπο του Παύλου, καθότι “Ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος”, αλλά ο Χριστιανισμός είναι το δημιούργημα των Ελλήνων και των Λατίνων Πατέρων. Ωστόσο, δίχως τον Γεωκεντρισμό δεν νοείται Χριστιανισμός, αφού ο άνθρωπος είναι χοϊκός και ο Χριστός δεν διακηρύττει την Αθανασία της ουρανίας Ψυχής όπως ο Πλάτων, αλλά την Ανάσταση των χοϊκών Σωμάτων. Ώστε Αναστάσιμα Σώματα, Παράδεισος και Κόλαση δεν βρίσκονται στον Ουρανό, αλλά στην Γη των Εσχάτων. Με τον Χριστιανισμό η Σχέση των Όντων με τον Κόσμο που οικοδόμησε ο Αριστοτέλης γίνεται Σχάση, αφού ο Κόσμος αποϊεροποιείται και ο Ήλιος δεν είναι ο Απόλλων, παρά ένα απλό φωτιστικό σώμα. Η Σχέση των Όντων μεταξύ τους μεταποιείται σε Σχέση του Ανθρώπου εν γένει απ’ ευθείας με τον Θεό, αφού “Ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος”. Ο Θεός γίνεται ούτωπως ο άκτιστος Δημιουργός της κτιστής Πλάσης. Ο Έλλην είναι κλάσμα του Θεού (Αχιλλεύς), αλλά ο Χριστιανός είναι πλάσμα του Θεού (Αδάμ).
Εν τούτοις, η πρόσληψη της Μεταφυσικής επί της οποίας θεμελιώθηκε ο Χριστιανικός πολιτισμός δημιούργησε εξ υπαρχής ένα φιλοσοφικό χάσμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης που έμελλε να παραμείνει αγεφύρωτο περισσότερο από 1.500 έτη. Αίτιος της κρίσης υπήρξε ο Ρωμαίος Βοήθιος, ο οποίος μετέφρασε για πρώτη φορά στα λατινικά το έργο του νεοπλατωνικού Πορφυρίου “Εισαγωγή στις Κατηγορίες του Αριστοτέλους”. Οι Νεο-πλατωνικοί και ιδιαίτατα ο θεοφόρητος Πλωτίνος και ο μαθητής του Πορφύριος επανηύραν τις πηγές του φιλοσοφικού Στοχασμού μέσα από την κοινή κοίτη που άρδευσε τόσο τον Πλάτωνα, όσο και τον Αριστοτέλη. Για τους νέο-πλατωνικούς, ο Αριστοτέλης είναι ένας πλατωνικός που έσπασε την λήκυθο της Αληθείας, χαρίζοντας στο ανθρώπινο γένος το Όργανον και τις Κατηγορίες ως γνωστικό εργαλείο ερμηνείας του Κόσμου από την Διάνοια, που εξέπεσε του Λόγου. Ο ίδιος ωστόσο, ερμήνευε τον Κόσμο βιωματικά δια του Λόγου μέσω των Μυστηρίων, όπως άλλωστε ο Πλάτων και ο Ηράκλειτος. Συνελόντι ειπείν, ο Αριστοτέλης είχε δύο πρόσωπα, αυτό του Μύστη και εκείνο του Γνώστη. Το δεύτερο ήταν αυτό που χάρισε στο ανθρώπινο γένος μέσω του Οργάνου και των Κατηγοριών, προς χάριν της Επιστήμης. Εξ αυτού άλλωστε πηγάζει και η διαιώνια ρήση του: “Τα αποδείξιμα θα παραμείνουν αποδεικτέα (Γνώση), αλλά τα μη αποδείξιμα θα παραμείνουν αναπόδεικτα (Αλήθεια)”. Μεταφράζοντας τις “Κατηγορίες” ο Βοήθιος και ένεκα αγνοίας των λεπτοφυών διακρίσεων της ελληνικής γλώσσας, ταύτισε τις έννοιες Ουσία και Υπόσταση δηλαδή αγνόησε το “Essentia” και τις απέδωσε λατινιστί ως “Substantia”. Το κρίσιμο σφάλμα διέσπασε την Μεταφυσική σε δύο ριζικά διακριτές Θεολογίες, την Καταφατική Σχολαστική Θεολογία της λατινικής και εκείθεν τευτονικής Δύσεως και την Αποφατική Μυστική Θεολογία της ελληνικής και εκείθεν σλαβικής Ανατολής. Η πρώτη θεολογία έθρεψε τον Παπισμό και τον Προτεσταντισμό, η δεύτερη την Ορθοδοξία. Συνεπικουρούμενο από τις φυλετικές διαφορές Λατίνων-Τευτόνων-Γερμανών αφ’ ενός και Ελλήνων-Ρωμαίων-Σλάβων αφ΄ ετέρου, το θρησκευτικό Σχίσμα έχει ένα θεολογικό και φιλοσοφικό βάθος χρόνου, μίας και μισής χιλιετίας. Η ρίζα του Σχίσματος βρίσκεται στον Αυγουστίνο που παρερμήνευσε τους Έλληνες Πατέρες, λόγω αγνοίας της ελληνικής γλώσσας.
Το κρίσιμο φιλοσοφικό σφάλμα του Αυγουστίνου είναι η ταύτιση Ουσίας και Υπόστασης. Τοιουτοτρόπως και εκείθεν για σύνολη την Δυτική Θεολογία, τα Συμβεβηκότα δηλονότι η ακτινοβολία της Ουσίας προς τον Κόσμο και η δημιουργία της Σχέσης με τα Όντα και τα Πράγματα, προσλαμβάνονται ως εσωτερικά ενεργήματα της Ουσίας και όχι ως εξωτερικές ενέργειες. Για να κατανοήσουμε την φιλοσοφική κρισιμότητα αυτής της πρόσληψης, αρκεί να παραλληλίσουμε το Όν (Υπόσταση) με τον Ήλιο. Στην Ανατολή του Ηλίου και της Ευρώπης, ο Ήλιος ακτινοβολεί τις ακτίνες του προς τον Κόσμο. Στην Δύση του Ηλίου και της Ευρώπης, ο Ήλιος ενδοβολεί τις ακτίνες του έσω, προς τον Εαυτό του! Στην Ανατολή, ο Ήλιος έχει Φωτοστέφανο. Στην Δύση, το Φωτοστέφανο απορροφάται εντός του Ηλίου. Ένα ακόμη παράδειγμα για να κατανοηθούν οι κοσμοϊστορικές συνέπειες της παρερμηνείας. Όταν ο Έλλην λέγει “το δένδρο είναι πράσινο”, εννοεί ότι το πράσινο ανήκει στο δένδρο άρα είναι Συμβεβηκός της Ουσίας. Όταν ο Δυτικός λέγει “το δένδρο είναι πράσινο”, εννοεί ότι το πράσινο ανήκει στο Όν που εκφέρει την κρίση άρα είναι Συμβεβηκός της Διανοίας! Το κρίσιμο φιλοσοφικό σφάλμα οδηγεί τον Αυγουστίνο σε δύο δογματικά σφάλματα, τα οποία καθόρισαν την πορεία της Δυτικής θεολογίας αλλά και συνόλου του Δυτικού Μεσαίωνα.
Το πρώτο δογματικό σφάλμα του Αυγουστίνου που έθρεψε αργότερα το Filioque είναι η εμμονή του ότι το Πνεύμα (Κόσμος) εντός της Αγίας Τριάδος δεν εκπορεύεται μόνο εκ του Πατρός (Έν) αλλά και εκ του Υιού (Λόγος). Για τους Έλληνες τούτο είναι προδήλως αδιανόητο, διότι καταλύει την Μοναρχία του Πατρός (Έν). Ο Λόγος (Σπέρμα) είναι Αρχή ισότιμη με το Πνεύμα (Κόσμος) που είναι η Μήτρα. Ο πρώτος γεννά άρα αναδέχεται εκ του Πατρός (Έν) γεννώμενος την χάρη του Γεννήτορα, το δεύτερο τίκτει τουτέστιν ως Μήτρα αναδέχεται εκ του Πατρός (Έν) την χάρη της Κυοφορίας (εκπόρευσης) του Κόσμου.
Το δεύτερο δογματικό σφάλμα του Αυγουστίνου είναι η θεολογία του Απολύτου Προορισμού. Αφού τα Συμβεβηκότα είναι ενεργήματα της Θείας Ουσίας τότε οι ουσίες των Όντων περικλείονται στην Ουσία του Θεού άλλως υπάρχει Σχάση δηλονότι αδυνατότητα κοινωνίας του Θεού και των Όντων. Όθεν η ουσία του ανθρώπου είναι απολύτως προκαθορισμένη, αμετάβλητη και ανεξάρτητη από τις πράξεις και τις ενέργειες της Ζωής του, συνεπώς και η σωτηρία του ΔΕΝ εξαρτάται από τις πράξεις του αλλά μόνο από την προκαθορισμένη βούληση του Θεού. Ολόκληρος ο Δυτικός Μεσαίων κατατρύχεται ιστορικά από την εμμονή αυτή του Ιερού Αυγουστίνου. Εν τούτοις, με την πεποίθηση ότι η Ουσία είναι περίκλειστη στον εαυτό της, ο Αυγουστίνος γίνεται ο ιχνηλάτης της ατομικής ψυχής, ο πρώτος Ευρωπαίος ανατόμος του Εγώ. Για τον Αυγουστίνο ο κόσμος δεν είναι παρά ένα απλό φωτιστικό σώμα και όχι ένας λουτήρας παλιγγενεσίας των κοσμικών όντων. “Εμείς θα κυβερνήσουμε τα άστρα!” αναφωνεί, περιφρονώντας τον κοσμικό λόγο και εξακοντίζοντας τον υπερφίαλο εγωισμό της ανατέλλουσας Ευρώπης μέχρι τον ουρανό. Ούτωπως εγεννήθη η Δυτική Μεταφυσική.
Comments