26.10.2020
Του Ησαΐα Κωνσταντινίδη
Παγκοσμιοποίηση μετά τον COVID-19, ή έθνος-κράτος;
Θα ενισχύσει άραγε η πανδημία του κοροναϊού, στης οποίας το δεύτερο (και ισχυρό) κύμα ήδη εισήλθαμε, την τάση για την περίφημη ενοποίηση του πλανήτη κάτω από μία κοινή εξουσία-σκέπη, ή θα συμβεί το αντίθετο, δηλ. η αποσυσπείρωση της δυναμικής της παγκοσμιοποίησης; Είναι το πιο κρίσιμο και κεντρικό ερώτημα αναφορικά με το σύγχρονο “εθνικό ζήτημα”: το ζητούμενο της επιβίωσης των εθνών στη νέα εποχή του κοροναϊού, η οποία απ' ό,τι φαίνεται ήρθε για να μείνει.
Η αλήθεια είναι ότι αρχικά, με το πρώτο σοκ της κοροναϊκής κρίσης την περασμένη άνοιξη, η Ευρωπαϊκή Ένωση -ο κατ' εξοχήν προδρομικός θεσμός μιας παγκοσμιοποιημένης μελλοντικής ανθρώπινης κοινωνίας- γνώρισε μία δυναμική εκ των έσω αμφισβήτηση. Η ασυνεννοησία των ηγεσιών των χωρών-μελών της Ε.Ε., σε κεντρικό επίπεδο και σχετικά με το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί η διαφαινόμενη νέα οικονομική κρίση, πήγε να λειτουργήσει σχεδόν διαλυτικά για τους ευρωπαϊκούς κοινούς θεσμούς. Πολλοί βιάστηκαν να πουν ότι πρόκειται για την αρχή του τέλους της Ε.Ε., ότι μετά την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου (1 Φεβρουαρίου 2020) έπεται η αποχώρηση και άλλων κρατών-μελών.
Η κρίση όμως γρήγορα εκτονώθηκε. Για μια ακόμη φορά οι ευρωπαϊκές ηγεσίες υποχώρησαν μπροστά στο χρήμα και τα μέτρα ανακούφισης που πάρθηκαν στο πρώτο, τουλάχιστον, στάδιο της πανδημίας. Τελικά το lockdown της άνοιξης του 2020 δεν κατέστρεψε τις εθνικές οικονομίες, όμως η κρίση δεν έφυγε· είναι εδώ και περιμένει πότε θα “χτυπήσει”. Ένα νέο κραχ, με πολλαπλάσιες παρενέργειες εκείνου του 2008, θα συμπαρασύρει μαζί του το ευρωπαϊκό πολιτικο-οικονομικό οικοδόμημα, αλλά και ολόκληρο τον κόσμο της Δύσης. Στην πραγματικότητα, βρισκόμαστε στο εισαγωγικό ακόμη μέρος ενός ολέθρου με τα χαρακτηριστικά “Αρμαγεδδώνα” για τον πολιτισμένο κόσμο.
Υπό αυτές τις συνθήκες, συνεχίζεται η διεργασία που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αμέσως μετά την πτώση του κομμουνιστικού συνασπισμού. Η Ευρώπη μοιάζει να οδηγείται σε μία κατάσταση διαπάλης και εσωτερικών συγκρούσεων: από τη μια πλευρά, οι δυνάμεις που επιθυμούν την εξάλειψη του εθνικού αισθήματος (και των θρησκειών) στο όνομα της “ειρήνης” και του “πολυπολιτισμού”, από την άλλη, όλοι εκείνοι που υπερασπίζονται στις ημέρες μας τα όσια και ιερά του έθνους και της πατρίδας. Κατά παράδοξο τρόπο, η πρόσφατη πανδημική κρίση του κοροναϊού ενίσχυσε το κοινοτικό πνεύμα, αλλά και τον εθνικισμό. Η τελική σύγκρουση μετατέθηκε για το εγγύς μέλλον, και πάντως εντός της κομβικής δεκαετίας 2020-2030...
Χρυσή Αυγή: από τη Βουλή στη φυλακή
Η πρόσφατη διπλή καταδίκη της Χρυσής Αυγής -εκλογική το 2019, δικαστική το 2020- σηματοδοτεί μία διπλή αποτυχία για το ελληνικό εθνικιστικό κίνημα: την αποτυχία αφ' ενός να γνωρίσει εκλογική και πολιτική άνοδο (όπως κατόρθωσε π.χ. ο ΣΥΡΙΖΑ της άλλης πλευράς, την τριετία 2012-2015), και αφ' ετέρου να παγιωθεί μέσα στην κοινωνία ως υπολογίσιμη κυβερνώσα δύναμη. Η Χρυσή Αυγή το μόνο που “κατάφερε” ήταν να τριχοτομηθεί και να διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη, αλλά ταυτόχρονα ενοχοποίησε τον πατριωτισμό των Ελλήνων με τα παιδαριώδη λάθη της.
Η βασική αιτία για την κατάληξη αυτή υπήρξε η θεμελιώδης επιλογή της ηγεσίας της: “εναντίον όλων”, καμία διεύρυνση προς όμορους πολιτικούς χώρους, συνεπώς περιχαράκωση δυνάμεων. Δεν αντιλήφθηκε έγκαιρα όμως η ηγεσία της, ότι η τακτική αυτή οδηγούσε σε πολιτική, εκλογική και κοινωνική περιθωριοποίηση, ότι οι δυνάμεις που εκτόξευσαν τη Χρυσή Αυγή το 2012 δεν ήταν επαρκείς -ίσως ούτε και ικανές- για να την κρατήσουν ψηλά και στο μέλλον. Έτσι, νομοτελειακά, η πορεία ήταν αρχικά η στασιμότητα (βλ. εκλογές Ιανουαρίου και Σεπτεμβρίου 2015) και, εν τέλει, η καθίζηση στις εκλογές του 2019.
Παράλληλα με την ως άνω καταστροφική επιλογή, η ηγεσία της Χρυσής Αυγής άφησε τελείως ασύδοτες τις δυνάμεις εκείνες, οι οποίες και τελικά την εξέθεσαν, οδηγώντας το “διευθυντήριο” στην καταδίκη και τη φυλακή. Κέρδισε κάτι ο ελληνικός πατριωτισμός, για παράδειγμα, από τις ανοησίες με τα αναποδογυρίσματα των πάγκων των λαθρομεταναστών; Ωφέλησε άραγε σε κάτι την Ελλάδα η προκλητική πολλές φορές στάση της κοινοβουλευτικής ομάδας της Χρυσής Αυγής μέσα στη Βουλή των Ελλήνων; Ή μήπως πέτυχε κάτι θετικό για την ίδια η εν λόγω εθνικιστική οργάνωση από τον φόνο του Φύσσα;
Τα εντελώς αντίθετα συνέβησαν. Η Χρυσή Αυγή τυλίχθηκε από το σύστημα κυριολεκτικά σε μια κόλλα χαρτί και οδηγήθηκε σιδηροδέσμια στις φυλακές. Η μέθοδος “εναντίον όλων” για μια ακόμη φορά δεν απέδωσε, κι αυτό επειδή πολύ απλά στην πολιτική -όπως και στη στρατηγική- δεν πας πουθενά χωρίς συμμάχους. Δεκάδες χιλιάδες αριστεροί έξω από το δικαστήριο, την ημέρα ανακοίνωσης της απόφασης (7 Οκτωβρίου 2020), κανείς χρυσαυγίτης ή εθνικιστής για να υπερασπιστεί τους καταδικασθέντες. Ήταν ή δεν ήταν εγκληματικό λάθος, λοιπόν, η τακτική του κ. Νίκου Μιχαλολιάκου να αποκλείσει τους Έλληνες από το κίνημά του, με το να μην κάνει διεύρυνση των δυνάμεών του;
Προσοχή, εδώ δεν ισχυριζόμαστε ότι οι συλλήψεις του 2013 έγιναν σύννομα, ή ότι η καταδίκη ήρθε κάτω από τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις! Ο γράφων υπήρξε από τους πρώτους (και ελάχιστους), που το 2013 έκανε δημόσια λόγο για αντισυνταγματική διαδικασία. Στο δε βιβλίο μας για τη Χρυσή Αυγή (“Χρυσή Αυγή, οι σταθμοί μιας μεγάλης πορείας”, 1η έκδοση 2014 εκδ. “Ελληνική Άνοδος”, 2η έκδοση 2018 εκδ. “Ήλεκτρον”) αναφερόμαστε στο περιστατικό του Κερατσινίου ως “προβοκάτσια” κατά της Χρυσής Αυγής, και έτσι ακριβώς τιτλοφορείται και το σχετικό μας κεφάλαιο. Το μέγα ζήτημα είναι άλλο: ότι η ηγεσία της Χρυσής Αυγής δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει το εναντίον της κύμα των διώξεων, ακριβώς διότι δεν είχε κανένα σοβαρό έρεισμα μέσα στην κοινωνία και το εν γένει σύστημα. Την ευκαιρία που της προσφέρθηκε το 2012, να διευρύνει τις δυνάμεις της και να ενισχυθεί ως σταθερή πολιτική δύναμη ακόμη και με κυβερνητική προοπτική, την απώλεσε μόνη της.
Τέλος, αξιοπρόσεκτη παραμένει η λεπτομέρεια που διαφεύγει σχεδόν από όλους: γιατί η Χρυσή Αυγή καταδικάστηκε τελικά ως “εγκληματική οργάνωση”; Ακριβώς, διότι ο ίδιος ο αρχηγός της ήταν που με δημόσια δήλωσή του, στις 17 Σεπτεμβρίου 2015 (βλ. και το άρθρο μας “Περί πολιτικής ευθύνης”, εδώ), ανέλαβε την πολιτική ευθύνη για τη δολοφονία Φύσσα, στις 17 Σεπτεμβρίου 2013 στο Κερατσίνι! Όπως είχαν κάνει άλλοτε και οι Κουφοντίνας-Ξηρός της “17 Νοέμβρη”. Ομολόγησε από μόνος του κάτι που δεν χρειαζόταν. Τι άραγε συνέβη; Θα δώσει άραγε ποτέ απάντηση ο κ. Μιχαλολιάκος, γιατί διέπραξε ένα τέτοιο ατόπημα;
Ο εθνικισμός στην Ελλάδα, την εποχή του κοροναϊού
Η πανδημία του κοροναϊού αλλάζει τις παραστάσεις μας για τον κόσμο· αλλάζει τις καθημερινές μας συνήθειες, τον τρόπο ζωής μας. Μιλάμε για μια πραγματική μετάλλαξη του ανθρώπου, για αλλοίωση του σώματος και της ψυχής του. Οι πολιτικές ιδεολογίες αναγκάζονται να προσαρμοστούν στα νέα αυτά δεδομένα, υπό σκληρούς και πιεστικούς χρονικά όρους. Ο πατριωτισμός, το ίδιο.
Στην Ελλάδα τα κόμματα που δηλώνουν εθνικιστικά και αντισυστημικά δεν κατάφεραν ποτέ να εκφράσουν τις ανάγκες της εποχής τους, δεν συνέλαβαν έγκαιρα το πνεύμα των καιρών. Αντίθετα από την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου οι κινήσεις αυτές ευθυγραμμίστηκαν με τον τρέχοντα χρόνο, στη χώρα μας τα κόμματα του λεγόμενου “πατριωτικού χώρου” (τον οποίο αναλύσαμε διεξοδικά στο άρθρο μας της 24ης Ιουλίου 2020, βλ. εδώ ) έχουν κολλήσει, θαρρείς, πίσω στη Μεταπολίτευση του 1974. Οι αναφορές τους παραμένουν οι ίδιες κι αναλλοίωτες, κοντά 50 χρόνια τώρα: από τον Μεταξά στον Παπαδόπουλο, με λίγο από Ίωνα Δραγούμη και Περικλή Γιαννόπουλο. Πιστεύουν, αλήθεια, ότι με τη λογική αυτή θα προσελκύσουν ποτέ τους νέους; Τις γυναίκες; Τους επιστήμονες; Τους απογοητευμένους από τα εγκλήματα και τις προδοσίες της Μεταπολίτευσης μέσους πολίτες;
Αγνοούν οι δυνάμεις αυτές τα σύγχρονα οικονομικά προβλήματα, εκεί όπου κρίνεται το πολιτικό παιχνίδι, εκεί όπου διαμορφώνονται οι κοινωνικές πλειοψηφίες. Πέρα από γενικολογίες περί “εθνικής παραγωγής”, ακόμη και “επιστροφής σε εθνικό νόμισμα”, τίποτα απολύτως το εξειδικευμένο. Ακόμη και στα κατ' εξοχήν προνομιακά για τις πατριωτικές δυνάμεις εθνικά θέματα της εξωτερικής πολιτικής, κι εκεί διακρίνουμε την ίδια ασάφεια. Θα ελευθερώσουμε την Κύπρο και την Αγια-Σοφιά, αλλά με ποιες ακριβώς στρατιωτικές δυνάμεις; Με ποιους συσχετισμούς συμμαχιών έναντι της κύριας απειλής για το έθνος, που είναι η Τουρκία; Δεν θα συνεχίσουμε με τους άλλους τομείς (παιδεία, υγεία κτλ.), όπου τα προγράμματα των κομμάτων του “πατριωτικού χώρου” είναι στην κυριολεξία ανύπαρκτα.
Κι όμως, τα πράγματα θα μπορούσαν (μπορούν) να είναι διαφορετικά. Παρά την πρόσφατη καταδίκη και το τέλος της Χρυσής Αυγής, η πανδημία του COVID-19 προσφέρει γόνιμο έδαφος για τον ελληνικό πατριωτισμό. Αρκεί, βεβαίως, να αλλάξουν οι σφαλερές νοοτροπίες και να προωηθούν τα κατάλληλα πρόσωπα: να περάσουμε από τα συνθήματα στα έργα, και φυσικά χωρίς τους καταδικασθέντες για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής ποτέ ξανά στην πρώτη γραμμή του ιερού αγώνα. Ο κοροναϊός σήμανε μια κρίση, που όμως μετατρέπεται κάλλιστα σε ευκαιρία. Κι αυτή η ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί για την Ελλάδα και το μέλλον της. Το γενικό πλαίσιο είναι ευνοϊκό για τον ελληνικό πατριωτισμό και, βασικά, για τον αντινεοταξικό εθνικισμό, τον οποίο κυρίως τρέμει το καθεστώς.
Αυτή η ίδια η πανδημία ενισχύει, όπως δείξαμε στην αρχή της ανάλυσης, τις φυγόκεντρες δυνάμεις της Ε.Ε., εκείνες που δεν επιθυμούν την αφομοίωση των εθνών στο “μίξερ” της παγκοσμιοποίησης. Ο ελληνισμός δεν πρέπει να χαθεί μέσα σε μία άμορφη ευρωπαϊκή ή πλανητική μάζα. Τα σύνορα κλείνουν, τα έθνη αποκτούν ξανά τη χαμένη αίγλη τους, μέσω τοπικών πρωτοβουλιών για την αντιμετώπιση του θανατηφόρου ιού. Κατάρα, αλλά συνάμα και ευλογία ο κοροναϊός, δύναται να προσδώσει στην Ελλάδα -όπως και σε κάθε κράτος-μέλος της Ε.Ε.- περισσότερη ανεξαρτησία κινήσεων.
Οι ελληνοτουρκικές διαφορές, με τις επιθετικές κινήσεις του Ερντογάν, ωφέλησαν τον ελληνισμό Ελλάδας και Κύπρου, στον βαθμό που αφύπνισαν ευρωπαϊκές δυνάμεις, αδιάφορες έως πρότινος ή και φίλα προσκείμενες προς την Άγκυρα. Γαλλία και Αυστρία τέθηκαν στο πλευρό της πατρίδας μας, ενώ και χώρες που δεν φημίζονταν για τον φιλελληνισμό τους (π.χ. Ολλανδία) αναγκάστηκαν να κρατήσουν αποστάσεις από τις τουρκικές προκλήσεις. Αυτή ακριβώς η τάση των Τούρκων, να θελήσουν δηλ. να συρρικνώσουν τον ελληνικό ζωτικό χώρο με μια ανανεωμένη Συμφωνία της Λωζάννης το 2023 -στην επέτειο των 100 ετών από την υπογραφή της-, μπορεί να συσπειρώσει τους Έλληνες κάτω από ένα δυναμικό πατριωτικό κίνημα.
Τέλος, τα εσωτερικά προβλήματα, με κύρια το λαθρομεταναστευτικό και το οικονομικό, συνεχίζονται. Η Ελλάδα δέχεται αθρόα εισβολή μουσουλμάνων παρατύπων μεταναστών, ενώ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ διαγκωνίζονται ποιος θα τους νομιμοποιήσει πρώτος. Κι αυτό συμβαίνει, την ώρα που εκατοντάδες χιλιάδες νέοι Έλληνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα και να μεταναστεύσουν στα ξένα. Όσο για την οικονομία, επί 13ο συνεχές έτος η ύφεση στην Ελλάδα συνεχίζεται, με τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να μην μπορούν ακόμη να συνέλθουν από το σοκ των απανωτών Μνημονίων. Ήρθε και η κρίση του COVID-19, με τις τόσο αρνητικές συνέπειες για την οικονομία, για να επιδεινώσει έτι περαιτέρω την κατάσταση. Δεν θέλει και πολύ νου, για να κατανοήσει κανείς πόσο πρόσφορο είναι το πολιτικό έδαφος με όλα αυτά (λαθρομετανάστευση, οικονομία) για το ελληνικό πατριωτικό κίνημα.
Σε γενικές, λοιπόν, γραμμές -και κατά ένα περίεργο παιχνίδι της μοίρας- ο κοροναϊός δημιουργεί ένα ευμενές κλίμα για τις ελληνικές πατριωτικές δυνάμεις. Δεν υπάρχουν πια δικαιολογίες. Δεν βρισκόμαστε στην εποχή της μέθης της Μεταπολίτευσης, ούτε στην περίοδο των “παχέων αγελάδων” των πρώτων ετών διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, ούτε και της μετέπειτα πολιτικής στασιμότητας του σημιτισμού και του όψιμου καραμανλισμού. Είναι γεγονός ότι, εξ αιτίας της Χρυσής Αυγής, η ευκαιρία που προσέφερε η μνημονιακή κρίση των ετών 2010-2015 χάθηκε. Τώρα, δεν πρέπει να χαθεί. Δεν πρέπει να γίνουν τα ίδια λάθη.
Δύο δρόμοι
Κάποτε, ο Έλληνας ήρωας Ηρακλής είχε να επιλέξει ανάμεσα σε δύο δρόμους: της Αρετής και της Κακίας. Διέλεξε τον δύσβατο δρόμο της Αρετής, ο οποίος και τον οδήγησε στην αθανασία.
Σήμερα, οι Έλληνες πατριώτες και εθνικιστές έχουν να διαλέξουν κι αυτοί ανάμεσα σε δύο δρόμους, στην πιο κρίσιμη συγκυρία του ελληνισμού εδώ και αιώνες: Να μπουν και να παίξουν στο πολιτικό παιχνίδι του συστήματος, με τους όρους που αυτό ορίζει; Ή να απομονωθούν, για μία ακόμη φορά, χτυπώντας το κεφάλι τους στον τοίχο, παριστάνοντας τους “επαναστάτες”, όχι χωρίς αιτία, αλλά χωρίς αποτέλεσμα”; Ποιο από τα δυο είναι πιο επωφελές για το ελληνικό έθνος;
Από το 2007, τριάντα σχεδόν χρόνια από την εποχή της Εθνικής Παράταξης, πατριωτικά κόμματα μπήκαν ξανά στη Βουλή των Ελλήνων. Στις εκλογές του 2019 -ευρωπαϊκές και εθνικές- η Ελληνική Λύση, υπό τον κ. Κυριάκο Βελόπουλο, κατάφερε, κόντρα στις προβλέψεις των δημοσκόπων, να μπει σε ευρωπαϊκό και ελληνικό κοινοβούλιο, αντίστοιχα με 4,2% και 3,7%. Έκτοτε, συσπείρωσε στις τάξεις της ακόμη περισσότερους Έλληνες πατριώτες, αφού μέχρι και οι εχθρικά διακείμενες εναντίον της δημοσκοπικές εταιρίες της δίνουν σήμερα ποσοστό που κυμαίνεται (με αναγωγή) από το 4,5% μέχρι το 5%. Είναι το μοναδικό κοινοβουλευτικό κόμμα που παρουσιάζει άνοδο. Το έργο του σε Ευρωβουλή και Βουλή των Ελλήνων είναι λίαν αξιόλογο, όντας το μοναδικό κόμμα που ψηφίζει κατά των εκτρωματικών νόμων της νέας τάξης, αλλά και το μοναδικό που παίρνει εθνικές πρωτοβουλίες (κατάργηση της Συμφωνίας των Πρεσπών, μονομερής ανακήρυξη ΑΟΖ από την Ελλάδα, μεταφορά των λαθρομεταναστών στα νησιά και επαναπροώθησή τους στις χώρες προέλευσής τους κτλ.).
Από την άλλη πλευρά, τι απομένει άραγε; Όσοι έμειναν αυτή τη στιγμή χωρίς εκπροσώπηση, λόγω παρακμής και διάλυσης της Χρυσής Αυγής, τι πρέπει να κάνουν; Κάποιοι, απογοητευμένοι ίσως από την εξέλιξη των πραγμάτων, ενδεχομένως να προτιμήσουν την αποχή από τα κοινά. Άλλοι, στηριζόμενοι σε φρούδες ελπίδες και ψευδαισθήσεις, πιθανότατα θα ποντάρουν σε προσωπικότητες που μόλις καταδίκασε η ελληνική Δικαιοσύνη. Κανένας από τους παραπάνω όμως, όσο αγνές προθέσεις και να έχει, δεν λαμβάνει υπ' όψη του ότι με τις γνωστές άγονες συνταγές το σύστημα δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξει, πόσο μάλλον να καταστραφεί.
Διότι, ποιον άραγε εξυπηρετεί η αποχή από τα κοινά και τις εκλογικές διαδικασίες, αν όχι το ίδιο το κατεστημένο και τους εκφραστές του, όπως η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ ή το ΚΙΝΑΛ; Έφερε ή δεν έφερε παντοδύναμο τον Κυριάκο Μητσοτάκη η αποχή σχεδόν 50% των ψηφοφόρων στις περυσινές εκλογές; Έστω κι αν είναι αηδιασμένοι (και δίκαια) με το πολιτικό σύστημα, τι κέρδισαν από την αποχή τους όλοι όσοι απείχαν; Από την άλλη, η στήριξη των ελπίδων στους πρόσφατα καταδικασθέντες πρώην χρυσαυγίτες (Κασιδιάρη και Λαγό), έχει άραγε πρακτική βάση και αξία; Πιστεύουν, δηλαδή, όλοι εκείνοι που στηρίζουν τα νεοπαγή κόμματα των Ελλήνων για την Πατρίδα και της ΕΛΑΣΥΝ, ότι τα κόμματα αυτά -χωρίς χρήματα, χωρίς στελέχωση, χωρίς προβολή- θα έχουν την οποιαδήποτε τύχη στις επερχόμενες εξελίξεις, με τους επικεφαλής τους μάλιστα δεσμώτες του καθεστώτος; Σκέφτηκαν ποτέ όλοι αυτοί οι καθαροί και έντιμοι πατριώτες, ότι η άνευ όρων στήριξή τους στις πολιτικές προσπάθειες -αν αυτές υπάρξουν- των καταδικασμένων πρώην χρυσαυγιτών, δεν υφίστανται οι προϋποθέσεις να αποφέρει κανένα απολύτως αποτέλεσμα;
Δυστυχώς, ίσως, αλλά το σύγχρονο πολιτικό παιχνίδι δεν παίζεται με όρους παιδιάστικους ή με εργαλεία του παρελθόντος. Από τη στιγμή που καταθέτεις αίτηση στον Άρειο Πάγο για τη νομιμοποίηση πολιτικής κίνησης και κατόπιν κατεβαίνεις σε εκλογές, πάει να πει ότι δέχεσαι τους κανόνες αυτού του παιχνιδιού. Βεβαίως, η συμμετοχή στα πολιτικά κοινά, σε εποχές κρίσης, είναι μία μόνο μορφή του περίπλοκου και πολυδιάστατου εθνικού αγώνα· υπάρχουν ταυτόχρονα κι άλλες μορφές αγώνα, που συνυπάρχουν με την πολιτική παράμετρό του. Το ποιες είναι αυτές, το φανερώνουν πλήθος εθνοαπελευθερωτικών κινημάτων που έδρασαν σε διάφορες χώρες ανά καιρούς, παράλληλα με πολιτική και άλλες μορφές δράσης.
Άρα, στον καθαρά πολιτικό τομέα πρέπει να δραστηριοποιείσαι σύμφωνα με προκαθορισμένους και συγκεκριμένους κανόνες. Οτιδήποτε άλλο, οτιδήποτε φαντάζει ως ανατρεπτικό της καθεστηκυίας τάξης, δεν συγχωρείται από το σύστημα, όπως έχουν δείξει πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν και πιο πρόσφατα. Και χωρίς πολιτικό κομμάτι, στη σύγχρονη εποχή μας, κάθε αγώνας είναι εκ των προτέρων καταδικασμένος σε αποτυχία. Πολιτικός αγώνας, λοιπόν, αλλά με σοβαρότητα και ευπρέπεια, όχι με στείρα συνθηματολογία, ύβρεις χωρίς επιχειρήματα και αδιέξοδες φωνασκίες και κραυγές.
Στους Έλληνες πατριώτες εναπόκειται να διαλέξουν τον δρόμο της δράσης και του αγώνα τους. Ο αγώνας μας είναι πράγματι ιερός. Δεν αντέχει τις πολυδιασπάσεις του “χώρου”, όταν μάλιστα αυτές δεν οδηγούν παρά μόνο στο απόλυτο κενό. Τώρα πια, όλοι γνωρίζουν. Η εμπειρία των προηγούμενων ετών, όσο κι αν είναι πικρή, είναι εν τούτοις πολύτιμη. Ο υπογράφων αυτό το κείμενο απλώς φωταγώγησε τους υπάρχοντες δρόμους. Οι Έλληνες εθνικά σκεπτόμενοι, αυτοί οι τόσο προδομένοι και απελπισμένοι, οι καλύτεροι των Ελλήνων, πρέπει να πάρουν αυτή τη φορά τη σωστή απόφαση. Το μέλλον του έθνους είναι στα δικά τους χέρια.
Comments