ΤΑ ΕΙΔΗ ΤΗΣ ΜΟΝΑΡΧΙΑΣ ΚΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ
3.9.2017
Του Ησαΐα Κωνσταντινίδη
Δεν είναι διόλου λίγοι οι φίλοι μας αναγνώστες, οι οποίοι συγχέουν τους ορισμούς και τα είδη της βασιλείας (ή μοναρχίας). Ουκ ολίγοι έχουν επικοινωνήσει μαζί μας, για να μας εκφράσουν τις απορίες τους γύρω από το θέμα, ενώ άλλοι παίρνουν ξεκάθαρα θέση «υπέρ» ή «κατά» της τωρινής ελληνικής βασιλικής δυναστείας, λες και ιστορικά δεν έχουν υπάρξει πολλές εκδοχές μοναρχικής διακυβέρνησης. Γι’ αυτόν τον λόγο, αποφασίσαμε στο παρόν κείμενό μας να κάνουμε μία σύντομη αναφορά στο ζήτημα, ξεκαθαρίζοντας με εκλαϊκευμένη ορολογία την όλη «θολή» περί βασιλικού θεσμού εικόνα.
Ας ξεκινήσουμε από την ετυμολογία των λέξεων. «Μοναρχία» σημαίνει το πολιτικό εκείνο σύστημα, όπου άρχει ο ΕΝΑΣ. Η μοναρχία έχει συνδεθεί κατά βάση με τον βασιλικό θεσμό, αν και θεωρητικά «μονάρχης» θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε ασκεί ΜΟΝΟΣ του την εξουσία. Εν τέλει, όταν στην πολιτική επιστήμη αναφερόμαστε σε «μοναρχία», αυτομάτως την συνδέουμε με τον βασιλικό θεσμό. «Βασιλεία» είναι η βάση του λαού. Είναι δηλ. το σύστημα διακυβέρνησης της πολιτείας, το οποίο θεμελιώνεται πάνω στον ίδιο τον λαό (τους πολίτες, όπως θα λέγαμε σήμερα) και ασκεί την εξουσία εν ονόματι του λαού. Πολλές φορές ο ορισμός αυτός, η «βασιλεία», συγχέεται με τη «μοναρχία» και, σε τελική ανάλυση, στη σύγχρονη πολιτική βιβλιογραφία οι δύο όροι αλληλοκαλύπτονται.
Δύο βιβλία που εξέδωσαν πέρυσι (2016) οι εκδόσεις «M-Press» αποτελούν σημαντικούς, πιστεύουμε, σταθμούς στη σύγχρονη έρευνα του θέματος. Πρόκειται για το έργο «Ο Βασιλεύς προ των πυλών (Ο Βασιλεύς των Βασιλευόντων και οι σύγχρονοι Βασιλείς των Ελλήνων)» του κ. Μιλτιάδη Γ. Βιτάλη, με πρόλογο του γράφοντος, όπως και για το έργο «Βασιλεύς Κωνσταντίνος και Βασίλισσα Άννα-Μαρία. Η επιστροφή», που ο γράφων είχε την τιμή να συγγράψει από κοινού με τον κ. Μιλτιάδη Γ. Βιτάλη. Στον πρόλογο που συγγράψαμε για το πρώτο από τα ως άνω συγγράμματα περιγράφουμε εν τάχει την ιστορική-εξελικτική διαδικασία του θεσμού της βασιλείας στη χώρα μας, όπως και την αναγκαιότητα του θεσμού στην οικοδόμηση ενός νέου αυτοκρατορικού ελληνισμού.
Πράγματι, στην πατρίδα μας (ή, για να το πούμε καλύτερα: στον στενό ελλαδικό ή στον μείζονα ελληνικό χώρο) η βασιλεία είναι μία πολύ παλιά υπόθεση. Εστιάζουμε ειδικότερα στην αρχαιότητα και στο σύστημα της Σπάρτης με τους δύο βασιλείς (από την εποχή του Λυκούργου και έπειτα), που λειτουργούσαν εξισορροπητικά στις υποθέσεις του κράτους, ενώ σύμφωνα με την παράδοση οι δυο αυτοί βασιλιάδες κατάγονταν από τους δίδυμους υιούς του Ηρακλή, τον Ευρυσθένη και τον Προκλή. Αιώνες μετά, στην ελληνική αυτοκρατορία του μεσαίωνα (Βυζάντιο) βρίσκουμε ένα μοναρχικό πρότυπο διακυβέρνησης, κατά βάση μη κληρονομικό, το οποίο θα μπορούσε να κληθεί «θεοκρατία» ή «συναλληλία», εφόσον η διακυβέρνηση ασκείτο εκ παραλλήλου με την Εκκλησία (ο Βασιλεύς ή Αυτοκράτωρ ήταν ταυτόχρονα κυβερνήτης και εκπρόσωπος του Θεού).
Σήμερα όμως οι συνθήκες έχουν αλλάξει ριζικά από τις εποχές εκείνες. Πρέπει λοιπόν να δούμε ποια είναι «χονδρικά» τα σύγχρονα είδη μοναρχίας μέσα στο πλαίσιο της δημιουργίας των εθνών-κρατών στην Ευρώπη, περίπου από το έτος 1500 και μετά. Επίσης, πρέπει να δούμε τι έχει εφαρμοστεί στην Ελλάδα, από την απελευθέρωση του 1821 και ύστερα, ως βασιλικό σύστημα διακυβέρνησης.
Η βασιλευόμενη (κοινοβουλευτική) δημοκρατία θεωρείται ως η εξέλιξη της απόλυτης μοναρχίας του παρελθόντος σε κοινοβουλευτική δημοκρατία, στην οποία ο Βασιλιάς δεν ασκεί εξουσία (νομοθετική ή εκτελεστική), αλλά απλώς ηγείται τυπικά της πολιτείας ως σύμβολο ενότητας του έθνους και του λαού. Η εξουσία ασκείται αποκλειστικά από το κοινοβούλιο και την κυβέρνηση. Στον Βασιλιά ανήκουν μόνο αντιπροσωπευτικές δικαιοδοσίες. Παράδειγμα χώρας με τέτοιο πολίτευμα είναι η Μεγάλη Βρετανία, όπου και εδρεύει το «βασιλικό πλανητικό κέντρο», αλλά και το Βασίλειο της Ελλάδας, έως το 1973 και την κατάργηση του βασιλικού θεσμού με το δημοψήφισμα του Γεωργίου Παπαδόπουλου. Ουσιαστικά δηλ. πρόκειται για έναν τυπικό θεσμό, που λειτουργικά δεν διαφέρει σε τίποτα απολύτως από τη σημερινή προεδρευόμενη δημοκρατία της Ελλάδας.
Η συνταγματική μοναρχία είναι ένα άλλο είδος σύγχρονης βασιλείας και θεωρείται παρόμοιο πολίτευμα με τη βασιλευόμενη δημοκρατία, με τη διαφορά ότι ο ρόλος του Βασιλιά σ’ αυτήν δεν είναι συμβολικός, καθώς ο ανώτατος άρχων διαθέτει κάποιες ουσιαστικές πολιτικές αρμοδιότητες. Υπάρχει βέβαια πρωθυπουργός και κοινοβούλιο, αλλά ο Βασιλιάς κατέχει ενεργό ρόλο στην πολιτική ζωή. Τέτοιο πολίτευμα έχουν η Μαλαισία, η Ιορδανία και ορισμένες άλλες αραβικές και αφρικανικές χώρες. Στην Ευρώπη συνταγματική μοναρχία έχει το κρατίδιο του Λίχτενσταϊν.
Τέλος, η απόλυτη μοναρχία είναι ένα άλλο είδος βασιλείας, το οποίο ανήκει μάλλον στο παρελθόν, αν και είναι η πιο διαδεδομένη μορφή βασιλείας στην Ευρώπη, μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα. Σε αυτήν την περίπτωση ο μονάρχης κατέχει όλη τη δύναμη στο κράτος. Το πιο γνωστό παράδειγμα απόλυτου μονάρχη είναι ο περίφημος Βασιλιάς Ήλιος Λουδοβίκος ΙΔ΄ στη Γαλλία του 18ου αιώνα. Σήμερα οι απόλυτες μοναρχίες είναι λίγες πάνω στον πλανήτη και αυτές είναι το Μπρουνέι, το Βατικανό, η Σαουδική Αραβία, το Μπουτάν, καθώς και άλλα αραβικά κράτη στον Περσικό κόλπο.
Και ερχόμαστε στο μείζον ζήτημα: τι επιδιώκει ο ελληνικός εθνικισμός για την Ελλάδα, ως μελλοντικό καθεστώς διακυβέρνησης της πατρίδας μας, αλλά και τι είναι εφικτό να συμβεί στη διάρκεια των επομένων ετών, όταν και αναμένεται να έχει ανατραπεί πλήρως το σημερινό φαύλο πολίτευμα (η Μεταπολίτευση της «γενιάς του Πολυτεχνείου»); Πρόκειται για ουσιαστικότατο ερώτημα, με πολύ πρακτικές διαστάσεις, το οποίο αποκρυσταλλώνεται στο δίλημμα: ελέω Θεού μοναρχία (όπως θα ταίριαζε στον διαρκώς αναδυόμενο ριζοσπαστικό εθνικισμό της Χρυσής Αυγής) ή επαναφορά της βασιλευόμενης δημοκρατίας; Είναι φανερό ότι το εν λόγω δίλημμα είναι ουσιώδες· π.χ. η Χρυσή Αυγή εκφράζει όχι μια ακροδεξιά έκφανση ενός νεφελώδους «πατριωτικού χώρου», αλλά έναν επαναστατικό εθνικισμό, όπως έδειξε άλλωστε ο αποκλεισμός της από το «συνταγματικό τόξο» της δημοκρατίας. Ενώ λοιπόν για τον αστό ακροδεξιό εθνικόφρονα η βασιλευόμενη δημοκρατία γίνεται αποδεκτή με χαρά (εφόσον σηματοδοτεί τη συνέχιση του συστήματος), αντίθετα για τον ριζοσπάστη εθνικιστή, που επιθυμεί ανατροπή του κατεστημένου, κάτι τέτοιο είναι απαράδεκτο. Εγγύτερα στον εθνικιστή της Χρυσής Αυγής είναι φανερό ότι βρίσκεται η ελέω Θεού μοναρχία, που στην Ελλάδα απέληξε με τρόπο δραματικό στις 29 Μαΐου 1453 (Κωνσταντίνος Παλαιολόγος), σε συνδυασμό με το βασιλικό σύστημα πειθαρχίας της αρχαίας Σπάρτης· εξ ου και η Χρυσή Αυγή είναι η μοναδική δύναμη που τιμάει τη μνήμη του τελευταίου Βυζαντινού αυτοκράτορα κάθε έτος, ενώ στον ύμνο της ακούγεται η φράση «οι νέοι είμαστε Σπαρτιάτες»…
Και κάπου εδώ μπαίνει στη μέση το πρακτικό κομμάτι, αυτό δηλ. που διαδραματίζεται ήδη στο ελληνικό και πλανητικό παρασκήνιο, για να εμφανιστεί την κατάλληλη στιγμή ως «βασιλική λύση» για την Ελλάδα· η επάνοδος της ελληνικής βασιλικής οικογένειας θα είναι όχι απλώς αποδεκτή, αλλά έντονα επιθυμητή από τις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης, αφού σ’ αυτή την περίπτωση ο Βασιλεύς θα είναι ο εγγυητής ότι η χώρα μας θα εξακολουθεί να συμμετέχει στις κύριες «κατακτήσεις» της μεταπολεμικής ιστορίας της: στο ΝΑΤΟ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη ζώνη του ευρώ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Μεγάλη Επιστροφή του βασιλικού θεσμού θα σημάνει μία ΑΛΛΑΓΗ, όχι όμως και ΑΝΑΤΡΟΠΗ του σύγχρονου πολιτικού συστήματος της χώρας μας.
Πάνω σ’ αυτά, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η «βασιλική λύση» για την Ελλάδα «σερβίρεται» στα άδυτα των αδύτων του πλανητικού παρασκηνίου όχι ως κατάργηση του σημερινού πολιτεύματος και άμεση επιστροφή ενός συντηρητικού τύπου μοναρχίας, υπό την αιγίδα του «βασιλικού πλανητικού κέντρου» του Λονδίνου, αλλά ως μετατροπή της τωρινής προεδρευόμενης δημοκρατίας σε προεδρική δημοκρατία. Στην περίπτωση αυτή ο Βασιλεύς, ή πιθανότερα ένας εκ των υιών του (μάλλον ο Διάδοχος Παύλος), θα διεκδικήσει την προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας, έπειτα από τροποποίηση του συνταγματικού χάρτη της χώρας μας που θα σηματοδοτήσει δύο σημαντικές αλλαγές: α) την αντικατάσταση της τυπικής προεδρευόμενης δημοκρατίας από μια προεδρική δημοκρατία, στην οποία ο ανώτατος άρχων θα έχει ουσιαστικές αρμοδιότητες· β) την άμεση εκλογή του προέδρου της δημοκρατίας από τον λαό, με ελεύθερες προεδρικές εκλογές που θα διεξάγονται άπαξ ανά πενταετία.
Είναι φανερό ότι οι μεγάλες πλανητικές δυνάμεις, ειδικότερα δε εκείνες του δυτικού κόσμου, έχουν τη βούληση να αντικαταστήσουν τη σημερινή σάπια Μεταπολίτευση στην Ελλάδα με τη βασιλεία (προεδρική δημοκρατία). Κάτι που βέβαια θα σημαίνει ότι η Ελλάδα θα κινηθεί στο ίδιο πλαίσιο, στο οποίο κινείται μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, με ελαφρές «μεταρρυθμιστικές» αλλαγές και χωρίς καθόλου σχεδόν «ρήξεις». Αντιθέτως, μία διαρκής ενίσχυση του ελληνικού εθνικιστικού κινήματος τα επόμενα χρόνια στην πατρίδα μας θα σημαίνει περαιτέρω «πίεση» για ουσιαστικές, και όχι απλώς τυπικές, αλλαγές στην κορυφή της πολιτείας. Για τους ολοένα και περισσότερο ριζοσπαστικοποιημένους Έλληνες πατριώτες, που ακολουθούν την ιδεολογία του λαϊκού εθνικισμού, δεν αρκεί μία αλλαγή στους τύπους, από τη στιγμή που παραμένει άθικτο το καθεστώς στα ίδια του τα θεμέλια. Αυτά λοιπόν που εν τάχει περιγράψαμε παραπάνω θα βρουν μπροστά τους άπαντες στη διάρκεια των επομένων ετών· πρέπει λοιπόν να λάβουν τα μέτρα τους, αλλά και τις κατάλληλες αποφάσεις…
ΒΑΣΙΛΕΥ ΒΑΣΙΛΕΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙ ΒΟΗΘΕΙ.
Comments